Σάββατο 22 Ιουλίου 2017

Καταδρομέας Μ.Μπικάκης: O Έλληνας ήρωας που ξεφτίλισε τον «Αττίλα»

Ένας πραγματικός Έλληνας ήρωας της Κύπρου το 1974 που χάθηκε άδοξα ο καταδρομέας Μανώλης Μπικάκης θα στοιχειώνει για πάντα στην ψυχή των Τούρκων αρματιστών. Μόνος του κατέστρεψε τουρκικά άρματα αποτρέποντας την τουρκική επίθεση η οποία στόχευε στη κατάληψη του Αγίου Δομετίου κάτι που θα σήμαινε περικύκλωση της Λευκωσίας και αποκοπή της πρόσβασης στο αεροδρόμιο Λευκωσίας.
Μέσα στο σκοτάδι της απώλειας της μισής Κύπρου, η σκόνη της ιστορίας κάλυψε μορφές που αποτέλεσαν πρότυπα αυταπάρνησης και ηρωισμού. Μια από αυτές ήταν ο καταδρομέας – αλεξιπτωτιστής Μανώλης Μπικάκης από τη Κρήτη. Γεννημένος το 1954 στο χωριό Ασή Γωνιά μεταξύ Χανίων και Ρεθύμνου, το 1974 υπηρετούσε στη Α’ Μοίρα Αλεξιπτωτιστών στο Μάλεμε.
Η Μοίρα ήταν αυτή που κλήθηκε να επιβιβαστεί στα ιπτάμενα φέρετρα Noratlas και να πραγματοποιήσει μια από τις πιο παράτολμες επιχειρήσεις στη Κύπρο.



Όταν τα αεροπλάνα πλησίαζαν στο αεροδρόμιο Λευκωσίας μετά από μια χαμηλή πτήση δύο τριών μέτρων πάνω από τη θάλασσα, άρχισαν να δέχονται πυρά. Τα πυρά προέρχονταν και από τους Τούρκους αλλά και από τους Ελληνοκύπριους που εξέλαβαν τα αεροπλάνα για τουρκικά.
Ένα από τα Noratlas καταρρίφθηκε από φίλια πυρά οδηγώντας στο θάνατο όλους τους καταδρομείς και το πλήρωμα πλην του Θανάση Ζαφειρίου που πήδηξε στο κενό και σώθηκε με βαριά τραύματα.
Ο Μανώλης Μπικάκης, 20 χρονών παλικάρι βρέθηκε σε έναν άγνωστο χώρο τον οποίο κλήθηκε να υπερασπίσει μαζί με τους υπόλοιπους καταδρομείς. Στο χάος των μαχών έχοντας στη διάθεση του ένα ΠΑΟ (Πυροβόλο Άνευ Οπισθοδρομήσεως) και 8 βλήματα είναι σε ένα ύψωμα στα δυτικά της Λευκωσίας στη περιοχή του Αγίου Δομετίου.
Μαζί του είναι μόνος ακόμα ένας καταδρομέας από τη Κρήτη. Ενώ δίπλα τους πέφτουν όλμοι, βόμβες από τα τουρκικά αεροπλάνα και ριπές από τα πολυβόλα που έχουν στήσει οι Τούρκοι, χάνονται μεταξύ τους. Ο ένας νομίζει τον άλλο νεκρό. Ο φίλος του Μπικάκη βρίσκει τους υπόλοιπους καταδρομείς και αναφέρει την απώλεια του.

Ο Μανώλης Μπικάκης δεν σκέφτηκε καν να εγκαταλείψει τον λόφο και να σωθεί, καθώς έβλεπε απέναντι του να πλησιάζει μια Ίλη τουρκικών αρμάτων Μ48 και να την ακολουθεί ένα τάγμα πεζικού. Άφησε τα άρματα να πλησιάσουν και με το πρώτο βλήμα καταστρέφει το πρώτο κάνοντας το πλήρωμα να το εγκαταλείψει και να τρέχει πανικόβλητο.
Επειδή η θέση του από τη βολή έγινε αντιληπτή από τους Τούρκους, σύρθηκε στο χώμα και άλλαξε θέση με ιδιαίτερη δυσκολία αφού θα έπρεπε να μεταφέρει το ΠΑΟ και ακόμα 7 βλήματα. Από τη νέα θέση σημάδεψε το δεύτερο τουρκικό άρμα το οποίο έγινε λαμαρίνες ενώ δεν έζησε κανένας από το πλήρωμα.

Δημιουργήθηκε σύγχυση και τα επόμενα δύο τουρκικά άρματα άλλαξαν κατεύθυνση. Ο Μανώλης Μπικάκης έβαλε στο στόχαστρο το επόμενο άρμα το οποίο επίσης κατέστρεψε με μία εύστοχη βολή. Ακολούθησε η καταστροφή ακόμα τριών τουρκικών αρμάτων και η επέλαση τους προς τη Λευκωσία σταμάτησε.
Όταν είδε τους Tούρκους στρατιώτες να τρέχουν να καλυφθούν σε ένα κτήριο, όπλισε και πάλι το ΠΑΟ. Τα δύο τελευταία βλήματα χτύπησαν το κτήριο στο οποίο είχε καλυφθεί το τουρκικό τάγμα πεζικού.
Κανείς δεν ξέρει πόσοι σκοτώθηκαν. Κατάφερε μόνος του να αποτρέψει την τουρκική επίθεση η οποία στόχευε στη κατάληψη του Αγίου Δομετίου κάτι που θα σήμαινε περικύκλωση της Λευκωσίας και αποκοπή της πρόσβασης στο αεροδρόμιο Λευκωσίας.
Μέσα στο κατακαλόκαιρο ο Μανώλης Μπικάκης έμεινε τρεις μέρες μόνος του αναζητώντας τους άλλους καταδρομείς έχοντας μαζί του ένα πολυβόλο που βρήκε στο ύψωμα. Τα κατέφερε και ενώθηκε με τη μονάδα του και μετά την εισβολή επέστρεψε στην Ελλάδα.
Παρά το ότι ο διοικητής του υπέβαλε αναφορά για να παρασημοφορηθεί, το ελληνικό κράτος ουδέποτε τον τίμησε. Οι στρατηγοί τον άφησαν να ξεχαστεί όπως ξεχάστηκε και η ηρωική του προσφορά στη Κύπρο. Ο Μανώλης Μπικάκης παντρεύτηκε και έκανε οικογένεια εργαζόμενος ως οικοδόμος στη Κρήτη.
Δεν διεκδίκησε ούτε δάφνες ούτε τιμές. Το 1994 βρήκε τραγικό θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα στον δρόμο Κορίνθου – Πατρών και η ιστορία του έκλεισε με δύο παιδιά που έμειναν ορφανά και «μια κηδεία σαν των πολλών ανθρώπων τις κηδείες».

Πέμπτη 20 Ιουλίου 2017

Ο ΗΡΩΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΑΓΓΑΝΑΣ

 

 

 

Με τι καρδιά ρε Μαγγανά στην Καλαμάτα μπήκες...

“Απ’ όλα τα αποσπάσματα
του Μαγγανά μ’ αρέσει ,
που ‘χει τις σφαίρες σταυρωτά
τ’ αυτόματο στη μέση
Γεια σου Μαγγανά μου, γεια σου
Με τους Χίτες τα παιδιά σου,
γεια σας Ταγματασφαλίτες
Χωροφύλακες και Χίτες
Με τι καρδιά ρε Μαγγανά
στην Καλαμάτα μπήκες,
και άνοιξες τις φυλακές
και έβγαλες τους Χίτες
Γεια σου Πάνο Κατσαρέα
με την Χίτικη παρέα,
γεια σας Ταγματασφαλίτες
Χωροφύλακες και Χίτες
Το βλέπεις κείνο το βουνό
το πιο ψηλό απ’ τ’ άλλα,
εκεί θα στήσει ο Μαγγανάς
κομμουνιστών κρεμάλα!
Γεια σου Μαγγανά μου, γεια σου
να χαρείς την λεβεντιά σου,
γεια σας Ταγματασφαλίτες,
Χωροφύλακες και Χίτες


Ευκαιρίας δοθείσης, θα γυρίσουμε πίσω σε μια όχι και τόσο μακρινή εποχή, λίγο πριν το ξέσπασμα του «Τρίτου Γύρου» της κομμουνιστικής ανταρσίας, όταν και τότε -όπως και τώρα- η κυβέρνηση ήταν όμηρος του σλαβομπολσεβικισμού και θα αναφερθούμε στην είσοδο του ηρωικού αποσπάσματος του Ευαγγέλου Μαγγανά στην Καλαμάτα. Η οποία ενέπνευσε την λαϊκή μούσα, που μας άφησε για παρακαταθήκη το εξαιρετικό δημώδες άσμα που παραθέτω στην αρχή του σημερινού ιστορικού μας αφιερώματος. Ενός ιστορικού αφιερώματος επικαίρου παρά ποτέ!

Ο Ευάγγελος Μαγγανάς καταγόταν από το χωριό Κρεμμύδια της Πυλίας. Ήταν αγρότης στο επάγγελμα και κατά την περίοδο της Κατοχής υπηρέτησε ως ανθυπολοχαγός στα ηρωικά Τάγματα Ασφαλείας, που έσωσαν την Ελλάδα μας από την βουλγαροποίηση. Ο Ε. Μαγγανάς συμμετείχε στην μάχη του Μελιγαλά, το 1944, και μετά το πέρας αυτής πιάστηκε ο ίδιος και τα μέλη της οικογενείας του, από τους πωρωμένους φονιάδες του Άρη Βελουχιώτη. Η οικογένεια Μαγγανά, πέρασε από το κονσερβοκούτι των εκδοροσφαγέων του εαμοβουλγαροσυμμοριτισμού στο στόμιο της Πηγάδας του Μελιγαλά και ερρίφθη εντός αυτής. Μόλις τελείωσε η ανθρωποσφαγή, ο Ε. Μαγγανάς, ο οποίος είχε ριφθεί ημιθανής, κατόρθωσε ως εκ θαύματος να επιζήσει και να εξέλθει της Πηγάδας ζωντανός! Εκείνη την στιγμή ορκίστηκε να πάρει εκδίκηση! Εκδίκηση για την οικογένειά του, εκδίκηση για τους φίλους και συναγωνιστάς του, εκδίκηση για όλους τους Έλληνες που έπεσαν θύματα των ξενοκίνητων και ξενόδουλων κομμουνιστών. Ώσπου, φθάσαμε στο 1946. Η τότε κυβέρνησις ήτο αγόμενη και φερόμενη από τους εχθρούς του έθνους (όπως και η σημερινή…), τους οποίους επιχειρούσε να… εξευμενίσει. Την ίδια στιγμή, ενώ το ΚΚΕ ήταν νόμιμο (!!!), καλά εκπαιδευμένες αλλά ολιγομελείς ακόμα συμμορίες του, είχαν ήδη βγει στο κλαρί, για να προετοιμάσουν την τελική έφοδο κατά της Ελλάδος. Στις 16 Ιανουαρίου 1946, λοιπόν, ένα λεωφορείο που διέσχιζε τον δρόμο Σπάρτης-Γυθείου και εις το οποίο επέβαινε ο σπαρτιάτης δικηγόρος Γρηγόριος Κοντοβουνήσιος, ηγετικό στέλεχος της εθνικής οργανώσεως «Χ», μαζί με τον εξάχρονο υιό του και δύο συναγωνιστάς του, έπεσε σε ενέδρα συμμοριτών, που είχαν έδρα τους τον Πάρνωνα. Οι συμμορίτες κατέσφαξαν αμέσως τον Κοντοβουνήσιο, τους συναγωνιστάς του, αλλά και το 6χρονο παιδί του. Μάλιστα, χάραξαν με μαχαίρι στο κούτελο και στα μάγουλα του παιδιού το γράμμα «Χ». Την νύχτα της ιδίας, οι φονιάδες μπήκαν έρποντας σαν φίδια φαρμακερά στο χωριό Μαυροβούνι του Γυθείου, όπου κατέσφαξαν τέσσερις εθνικιστάς της περιοχής -2 άνδρες και 2 γυναίκες.
Οι σφαγές στην Λακωνία, σε συνδυασμό με την αποφυλάκιση 82 κομμουνιστών σφαγέων του Μελιγαλά, στα πλαίσια της… αποσυμφορήσεως των φυλακών, αφύπνισαν τους εθνικιστάς της ευρυτέρας περιοχής. Έτσι, στις 18 Ιανουαρίου, στην Καλαμάτα, Χίτες επιτέθηκαν με χειροβομβίδες σε καφενείο - στέκι κομμουνιστοσυμμοριτών. Εις απάντηση, το ψοφοδεξιό κράτος συνέλαβε και φυλάκισε 32 μέλη της «Χ», ενώ την ίδια ώρα ένοπλοι κομμουνιστές πραγματοποίησαν τρομοκρατικές επιδρομές σε σπίτια εθνικιστών. Μόλις το πληροφορήθηκε αυτό ο Ε. Μαγγανάς, συνειδητοποίησε ότι πλησιάζει η ώρα που θα ξαναγεμίσουν οι Πηγάδες με κορμιά Ελλήνων πατριωτών και αποφάσισε να αναλάβει δράση. Οργάνωσε γρήγορα ένα απόσπασμα περίπου 1.000 αγωνιστών και στις 20 Ιανουαρίου εισήλθε επικεφαλής του στην πόλη της Καλαμάτας. Ο νομάρχης και ο τοπικός εισαγγελεύς εξηφανίσθησαν πανικόβλητοι, ενώ η δύναμη της Χωροφυλακής δεν εστάθη ικανή να τον εμποδίσει και απεσύρθη.
Οι άνδρες του Μαγγανά κατέλαβαν το δημαρχείο, την νομαρχία και την εισαγγελία, αφόπλισαν την Χωροφυλακή και απελευθέρωσαν τους συλληφθέντες συναγωνιστάς τους, που εκρατούντο στα κρατητήρια του Α΄ Αστυνομικού Τμήματος. Παρέμειναν στην πόλη δύο ημέρες και αφού τιμώρησαν τους εγκληματίες κομμουνιστές απεχώρησαν προς τα γύρω βουνά. Μαζί του πήραν ομήρους και καμιά εκατοστή κομμουνιστάς, για ασφάλεια, τους οποίους άφησαν μετά από λίγες ημέρες.
Πανικόβλητη η κυβέρνησις Σοφούλη εκήρυξε τον στρατιωτικό νόμο στους νομούς Μεσσηνίας και Λακωνίας, απέστειλε στην Καλαμάτα 2 Τάγματα Εθνοφρουράς, το αντιτορπιλικό «Κρήτη», 200 Χωροφύλακες και συνέστησε έκτακτο στρατοδικείο το οποίο κατεδίκασε ερήμην τον ήρωα Μαγγανά εις θάνατον και τον επικήρυξε με το μυθώδες για την εποχή εκείνη ποσόν των 10 εκατομμυρίων δραχμών!
Εν τέλει, η σύλληψη του Μαγγανά έγινε στις 22 Μαΐου, στην περιοχή μεταξύ Χανδρινού και Πύλου Μεσσηνίας. Μάλιστα, επικεφαλής του στρατιωτικού αποσπάσματος που τον συνέλαβε ήταν Βρετανός αξιωματικός! Μετεφέρθη εις τας φυλακάς Αβέρωφ και η δίκη του άρχισε στις 24 Απριλίου 1947. Αθωώθηκε, υπό την πίεση της κοινής γνώμης και υπό τον φόβο εθνικιστικής εξεγέρσεως στην Πελοπόννησο, στις 24 Μαΐου του 1948, μεσούντος του συμμοριτοπολέμου. Ο Ε. Μαγγανάς πέρασε στην ιστορία και το όνομά του, ακόμα κάνει τους κομμουνιστές να τρέμουν!
 

Τετάρτη 19 Ιουλίου 2017

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ: Η ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ, ΣΤΙΓΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΙΣΤΩΝ

ΟΙ  ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΕΣ  ΛΕΝΕ  ΟΙ  ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟΙ   ΕΙΝΑΙ   ΤΟ  ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ   ΤΩΝ  ΑΓΡΑΜΜΑΤΩΝ .
         ΕΤΣΙ  ΛΟΙΠΟΝ  ΚΑΙ  ΓΙΑ  ΕΜΑΣ  ΟΙ  ΟΜΙΛΙΕΣ  ΤΟΥ  ΛΟΧΑΓΟΥ  ΕΙΝΑΙ  Η
  ΔΙΑΦΩΤΕΙΣΗ   ΜΑΣ  ,Ο   < ΜΠΟΥΣΟΥΛΑΣ  ΜΑΣ  > ,  Η  ΠΛΗΡΗΣ   ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ  ΜΑΣ  ΔΙΑ    ΤΟ  ΠΑΡΑΣΚΗΝΕΙΟΝ   ΠΟΥ  ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ  , ΤΟ    <   ΦΩΣ   >  ΕΙΣ  ΤΗΝ    ΟΜΟΛΟΓΟΥΜΕΝΗΝ   ΑΓΝΟΙΑ  ΜΑΣ , ΕΙΤΕ    ΛΟΓΩ             ΗΛΙΚΙΑΣ  , ΕΙΤΕ    ΛΟΓΩ  ΜΗ  ΕΥΡΕΣΗΣ  < ΠΗΓΩΝ >  .
      ΤΙ  ΔΥΟ (2)  ΕΠΟΜΕΝΕΣ  ΟΜΙΛΙΕΣ - ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ   ΘΑ  ΤΙΣ   ΒΡΕΙΤΕ  ΕΙΣ   ΤΟ
                                        ΔΙΑΔΙΚΤΥΟΝ .



ΦΕΝΕΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ - ΙΟΥΛΙΟΣ 2017


ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ  ΜΝΗΜΗΣ  ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ  ΣΤΟΥΣ  ΗΡΩΕΣ .
                  


Η  ΛΑ.ΚΙ.ΠΑ.  ΣΥΜΜΕΤΕΧΕΙ  ΣΤΙΣ  ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
  ΣΤΗΝ  ΙΕΡΑ  ΜΟΝΗ  ΑΓΙΟΥ  ΓΕΩΡΓΙΟΥ  ΦΕΝΕΟΥ .


Ἀπόσπασμα ἀπό τήν συμμετοχή τῆς Λαϊκής Κίνησις Πολιτῶν Ἀττικής στήν ἐκδήλωση μνήμης γιά τήν κομμουνιστική θηριωδία τοῦ Φενεοῦ Κορινθίας. Πλἐον τῶν 2.000 οἱ ἀγρίως σφαγιασθέντες κάτοικοι τῆς γύρω περιοχῆς ἀπό τούς εαμοσυμμορίτες τοῦ ΚΚΕ. Δέν ξεχνᾶμε, δέν συγχωροῦμε.


Κυριακή 16 Ιουλίου 2017

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΤΟΜΕΣ-ΛΙΒΑΔΕΙΑ - 07.06.2017

ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΟ  ΥΛΙΚΟ ΑΠΟ  ΤΗΝ  ΕΚΔΗΛΩΣΗ   ΣΤΟ  ΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟ  < ΚΡΥΑΣ >
   ΜΕ    ΚΑΛΕΣΜΕΝΟ  ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ  ΚΑΙ  ΣΤΟΧΑΣΤΗ   ΑΓΓΕΛΟΝ   ΜΠΟΥΤΣΗ  .

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΤΟΜΕΣ-ΛΙΒΑΔΕΙΑ  -   07.06.2017   



Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

Διαφορές της Ελληνοκρατίας με τον κομμουνισμό

Ομιλία στις 03.07.2017 του  ΠΡΟΕΔΡΟΥ   του συλλόγου στα γραφεία της Λαϊκής Κινήσεως Πολιτών Αττικής, Ελληνοκράτη Σπυρίδωνα Σταυρόπουλου όπου αναλύει τις διαφορές της Ελληνοκρατίας με τον κομμουνισμό και τον φιλελευθερισμό. 



Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟ ΣΤΕΙΡΙΟΝ ΒΟΙΩΤΙΑΣ

ΣΤΕΙΡΙΟΝ   ΒΟΙΩΤΙΑΣ -  23 - 6  -2017
 ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ  ΜΝΗΜΗΣ
   ΟΜΙΛΕΙ
 Ο   ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΣ    ΘΗΒΩΝ και  ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ
 Κύριος  ΓΕΩΡΓΙΟΣ   ΣΧΕΤΙΚΑ  ΜΕ  ΤΗΝ
   ΕΚΔΗΛΩΣΗ
ΕΙΣ   ΤΗΝ   ΙΕΡΑ   ΜΟΝΗ    ΟΣΙΟΥ   ΛΟΥΚΑ  ΟΙ   ΝΑΖΙΣΤΑΙ   ΣΤΡΑΤΙΩΤΑΙ  ΚΑΙ   ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΙ  ΕΚΑΝΑΝ   ΠΟΛΥ  ΑΣΧΗΜΑ    ΠΡΑΓΜΑΤΑ   .  ΕΦΕΡΘΗΣΑΝ
  ΜΕ   ΑΣΕΒΕΙΑ   ΠΡΟΣ  ΤΟΝ  ΙΕΡΟ    ΧΩΡΟ  ΤΗΣ  ΜΟΝΗΣ   ΚΑΙ   ΤΟΥΣ  ΜΟΝΑΧΟΥΣ  .
  ΚΑΤΑ  ΤΑ  ΑΛΛΑ  ΜΑΣ   <  ΠΩΛΟΥΝ  >  ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ  .-  ΟΙ  ΟΥΝΝΟΙ  .




ΔΕΙΤΕ   ΚΑΙ  ΤΗΝ  ΑΝΑΡΤΗΣΗ    ΤΗΣ  ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ  ΤΟΥ   ΣΥΛΛΟΓΟΥ 
  ΕΙΣ  ΤΗΝ  ΕΚΔΗΛΩΣΗ . -  http://lakipal.blogspot.gr/2017/06/blog-post_25.html

Κομμουνιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα (ΚΚΕ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΔΣΕ, ΟΠΛΑ, ΕΠΟΝ) 18+





Ένα από τα φρικτότερα εγκλήματα που συνεκλόνισαν τη Νάουσσα και που σήμερα ακόμη όταν συζητούνται προκαλούν την εξέγερση των ψυχών και την απέχθεια όλων των πολιτών αδιακρίτως κομματικής τοποθετήσεως -με μικρή κάπως εξαίρεση τους αμετανοήτους και σκληρούς κομμουνιστάς- ήταν η άγρια σφαγή της δεκαεξάχρονης Όλγας. Το επίθετό της δεν το αναφέρουμε, γιατί θύτης και θύμα ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Αλλά το ξέρει όλη η Νάουσσα.

Οι γονείς της είχαν χωρίση... Η κοπελίτσα έμεινε με τη μητέρα της και ξενοδούλευε για να εξασφαλίση τη ζωή του σπιτιού. Ήταν σεμνή, όμορφη και ανοιχτόκαρδη. Η καλωσυνάδα της συντελούσε ώστε να είναι αξιαγάπητη σε όλους τους γνωστούς της. Κανέναν δεν πίκρανε με κανέναν δεν ήλθε ποτέ σε προστριβή.

Μια μέρα, του Σεπτεμβρίου του 1943 και μόλις το σκοτάδι άρχισε να καλύπτη τη ζωή της πόλεως, τρεις νεαροί την σταμάτησαν ενώ πήγαινε στο σπίτι της. Την πρόσταξαν να τους ακολούθηση γιατί -όπως την είπαν- ο πατέρας της ήθελε να της ανακοινώση κάτι πολύ σημαντικό που αφορούσε την οικογένειά της. Μολονότι οι νέοι ήταν άγνωστοι στην Όλγα, το γεγονός ότι ερχόντουσαν για λογαριασμό του πατέρα της που την καλούσε, δεν δίστασε να τους ακολουθήση. Παίρνοντας τον δρόμο προς την έξοδο, προχώρησαν γύρω στα τρία χιλιόμετρα. Αυτό δεν την ανησύχησε γιατί τελούσε εν γνώσει ότι ο πατέρας της υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ σαν καπετάνιος. Κάποια στιγμή εμφανίσθηκε μπροστά της ο πατέρας της. Ζωσμένος στα άρματα και με μικρή γεννειάδα υποδέχθηκε την θυγατέρα του με θυμό και οργή που φανέρωνε άσχημες προθέσεις.

- «Τί κάνει, ομορφούλα, η μάνα σου;», τη ρώτησε. «Συνεχίζει να με μισεί; Πώς πάνε τα νταραβέρια της;».
- «Η μαμά είναι καλά», απάντησε η Όλγα. «Ποτέ της όμως δεν μ' άφησε να καταλάβω ότι τρέφει μίσος για σένα πατέρα».
- «Σκάσε!», της είπε ο αρματωμένος καπετάνιος. «Και προ παντός πάψε να με λες πατέρα».

Ταυτοχρόνως σκαμπίλισε την κορούλα του που άρχισε να κλαίει και να εκλιπαρή τον πατέρα της να ξαναγυρίση στο σπίτι του για να ζήση η οικογένειά τους καλύτερες ημέρες. Για λίγο στάθηκε συλλογισμένος ο ΕΛΑΣίτης πατέρας. Γρήγορα όμως ξανάρχισε να κτυπάη με βαναυσότητα την κόρη του.

- «Γιατί μπαμπά με χτυπάς; Τί σου έκαμα; Τί φταίω εγώ εάν χωρίσατε με τη μητέρα μου;».

Αντί για άλλη απάντηση, ο καπετάνιος έπιασε από τα μαλλιά την κόρη του και την έρριξε στο έδαφος. Και με ταχύτητα που θα ζήλευαν οι πιο έμπειροι εργάται των σφαγείων, άρχισε να κτυπάει με το μαχαίρι του το ίδιο του το παιδί. Το λιάνισε στην κυριολεξία. Η τελευταία του μαχαιριά που έκοψε την καρωτίδα της δεκαεξάχρονης Όλγας, ήταν η σφραγίδα που ο πατροκτόνος έβαζε στο φρικτότερο ασφαλώς έγκλημα που γίνηκε ποτέ στη μαύρη περίοδο 1943-1949. Κλωτσώντας το θύμα του, ο φονιάς έδωκε εντολή στους νεαρούς που είχαν συλλάβη την άτυχη Ελληνοπούλα, να της δώσουν την χαριστική βολή. Ένας από τους τρεις την πυροβόλησε στον κρόταφο.

Την ανατριχιαστική αυτή ιστορία, διηγείτο κατά το έτος 1947, ένας από τους μετανοήσαντας ΕΛΑΣίτας, που είχε ενταχθή στον σύλλογο που είχαν συγκροτήση πολλοί νέοι, οι οποίοι διαπιστώνοντας το εγκληματικό και απαίσιο έργο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είχαν συγκροτήση την οργάνωση, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Απόστολος Μπαλκατζής, που στο ΕΛΑΣ ήταν γνωστός σαν καπετάν Πιτσιρίκος.

***
                 
 

Είναι στιγμές που σταματάει ο νους του ανθρώπου από την φρίκη. Γιατί αν υποτεθή ότι μπορεί να βρήκαν οι εκτελεστές κάποιες προφάσεις ή και να παραπλανήθηκαν όταν εκτελούσαν άνδρες, δεν μπορεί να είχαν καμμιά δικαιολογία όταν ακρωτηρίαζαν μικρά παιδιά. Αυτό επανελήφθη με σφαγή της Μαγδαληνής Καμαρώκα και του εξάχρονου υιού της. Ο μικρούλης, λόγω ηλικίας ούτε είχε ιδέες ούτε αντιθέσεις με το ΚΚΕ, μα ούτε και μπορούσε να είχε βλάψει κάποιον, ώστε να τιμωρηθή για λόγους αντεκδικήσεως ή διαφορών.

Την Καμαρώκα μαζί με το παιδί της, συνέλαβαν οι ΕΛΑΣίται εισβάλλοντας στο σπίτι τους. Αφού το λεηλάτησαν, τους πήραν και τους οδήγησαν σ' ένα σημείο της Αράπιτσας. Εκεί κακοποίησαν την ανυπεράσπιστη Ναουσσαία και μπροστά στα μάτια της, έκοψαν κομμάτια το κορμί του παιδιού της, και ενώ η ίδια σφάδαζε και θρηνολογούσε, έρριξαν τα διάφορα μέλη του σώματός του στο ποτάμι. Η πονεμένη μάνα θέλησε να πέση κι αυτή στον Αράπιτσα επαναλαμβάνοντας τη θυσία των γυναικών της Ναούσσης στην επιδρομή τοϋ Αβδούλ Αβούτ. Οι εκτελεστές την κράτησαν, όχι για να τη σώσουν από βέβαιο πνιγμό, αλλά για να την σκοτώσουν οι ίδιοι. Εξετέλεσαν την Καμαρώκα με τα μαχαίρια τους. Το κορμί της πετσοκόπηκε και τα μέλη του σώματός της πετάχθηκαν στο ποτάμι της Αράπιτσας. Και για την φρικτή όμως αυτή εκτέλεση μάταια κουράσθηκα για να βρω τα αίτια. Εκείνοι οι Ναουσσαίοι, που προς τιμήν τους με βοήθησαν με προθυμία στην έρευνά μου, δεν μπόρεσαν και σήμερα ακόμη να εξηγήσουν γιατί, εσφαγιάσθη η Καμαρώκα και το εξάχρονο παιδί της.
 
 
                              
***
Ήταν η 21η Μαΐου του 1944 και οι κάτοικοι του χωριού Αγγελοχώρι δεν πήγαν στις δουλειές τους, εορτάζοντας τον Άγιο Κωνσταντίνο. Όπως συμβαίνει σε όλα τα χωριά, οι περισσότεροι απ' αυτούς ήταν συγκεντρωμένοι στην πλατεία. Μόλις άρχισε να σκοτεινιάζει άρχισαν να φεύγουν για τα σπίτια τους ερημώνοντας το χωριό. Θα ήταν εννέα το βράδυ όταν η καμπάνα της εκκλησίας άρχισε να κτυπάη, ενώ ένοπλοι ΕΛΑΣίτες καλούσαν με τηλεβόα να συγκεντρωθούν όλοι οι Αγγελοχωρίται στην πλατεία του χωριού. Σχεδόν το σύνολο των ανδρών πήγε στο χώρο που όριζαν οι απελευθερωταί. Εκεί βρέθηκαν μπροστά σε καμμιά τριανταριά ΕΛΑΣίτες και σε ισάριθμους Βουλγάρους στρατιώτες. Κομματικά στελέχη του ΕΑΜ εκάλεσαν τους συγκεντρωθέντας να τοποθετηθούν στις σχηματισθείσες γραμμές.Συγκεκριμένα καθώρισαν οι μεν εντόπιοι να καταλάβουν το αριστερό της πλατείας, οι δε πρόσφυγες -Πόντιοι ως επί το πλείστον- να στοιχηθούν στο δεξιό αυτής.

Επηκολούθησε νέα διαταγή με την οποία οι πρόσφυγες θα ακολουθούσαν τον δρόμο προς την εκκλησία του Άγιου Γεωργίου, ενώ οι άλλοι θα παρέμειναν εις τας θέσεις των μέχρι νεωτέρας εντολής. Τη σχηματισθείσα φάλαγγα την πλαισίωσαν ΕΛΑΣίται και Βούλγαροι στρατιώται, επικεφαλής δε αυτής ετέθησαν δύο Βούλγαροι αξιωματικοί, δυο ένοπλοι ΕΛΑΣίτες, και ένας μεσήλιξ με πολιτικά που είχε και το γενικό πρόσταγμα. Πριν προχωρήση η φάλαγγα προς το καθορισθέν σημείο, οι ΕΛΑΣίτες με τον τηλεβόα, έδειναν εντολή να διαλυθούν οι εντόπιοι συγκεντρωθέντες, πηγαίνοντας εις τα σπίτια τους και ότι θα επακολουθούσε το ίδιο βράδυ νέα πρόσκλησις αυτών.
 
 
 
 
 

Όταν τελείωσε και η αποχώρηση και του τελευταίου εντοπίου, ο άγνωστος με τα πολιτικά, μιλώντας με εμφαντική σλαυική προφορά απηυθύνθη προς τους συγκεντρωμένους. Κατηγόρησε συλλήβδην όλους τους πρόσφυγας ότι είναι όργανα της αντίδρασης και της ΠΑΟ. Τους απεκάλεσε εθνοπροδότας και τους προειδοποίησε ότι εκείνη τη νύκτα θα πληρώναν όλα τους τα εγκλήματα. «Τα λαϊκά δικαστήρια που θα συνεδριάσουν», είπε, «μέχρι να φέξη ο ήλιος δεν πρόκειται να αδικήσουν κανέναν. Θα τιμωρηθούν όμως βαρειά όσοι αποδεδειγμένα και βάσει στοιχείων θα αποδειχθή ότι είναι εχθροί του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ». Αφού τελείωσε την ομιλία του, πρόσταξε, αρχικά στην ελληνική και εν συνεχεία στην βουλγαρική γλώσσα, τους ενόπλους να καταμετρήσουν τους συγκεντρωμένους και να κινηθούν ακολούθως βάσει των εντολών που είχαν δοθή από το Αρχηγείο.
 
 
                                  
                                                             ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
 
 
 

Τρίτη 11 Ιουλίου 2017

Το σχέδιο πίσω από τον Τσίπρα,γιατί και πως πρωθυπουργός.

ΑΣ   ΘΥΜΗΘΟΥΜΕ   ΑΥΤΕΣ   ΤΙΣ  ΛΙΓΟ  ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ     ΟΜΙΛΕΙΕΣ  ΤΟΥ   ΑΡΧΗΓΟΥ
  ΛΟΧΑΓΟΥ   ε.α.  ΑΝΔΡΕΑ   ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ  .
   ΟΜΙΛΕΙ    ΔΙΑ   ΤΑ  <  ΧΑΛΙΑ  >  ΜΑΣ  , ΩΣ   ΛΑΟΣ  ΤΙΣ   ΕΚΛΟΓΕΣ  , ΤΗΝ  ΑΝΥΠΑΡΚΤΗ
  <  ΑΡΙΣΤΕΡΑ >   ,ΚΑΙ   ΑΝΑΛΥΕΙ   ΟΛΟ   ΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ   ΠΙΣΩ  ΑΠΟ  ΤΟΝ   ΤΣΙΠΡΑ  .
                        ΥΠΑΡΧΟΥΝ   ΚΑΙ  ΟΙ  4    ΣΥΝΕΧΕΙΕΣ   , ΘΑ  ΤΙΣ ΒΡΕΙΤΕ  ΣΤΟ   YOU TUBE .




Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017

Ιούνιος1821: Η Πολιορκία της Λιβαδειάς και ηρωική Εξοδος των Λιβαδειτών από το Κάστρο









Επίθεση στη Λιβαδειά


Οπως βλέπουμε, οι δύο πασάδες, αφού μέχρι τις 9 Ιουνίου έμειναν στο Τουρκοχώρι περιμένοντας απάντηση από τον Ανδρούτσο στην πρότασή τους για ειρηνική υποταγή των κατοίκων, αμνηστία και αμοιβή για τους αρχηγούς τους, ξεκίνησαν για τη Λιβαδειά, όπου λίγο πριν φτά­σουν έστειλαν και πάλι απεσταλμένους στους προκρίτους με προτάσεις για ειρήνη,





Παίρνει τη σκυτάλη ο Διονύσιος Κόκκινος, που περιγράφει με συγκλονι­στική ενάργεια τα γεγονότα:
Αλλ’ οι Λειβαδίται, που είχαν εμπιστοσύνην εις τας δυνάμεις των και είχαν εγκαρδιωθή από την είδησιν της ευρισκομένης καθ’ οδόν ε­νισχύσεως των Πελοποννησίων, δεν εδέχθησαν καμμίαν συνεννόησιν, ούτε εφρόντισαν διά παρελκύσεως με δήθεν διαπραγματεύσεις να κερδίσουν καιρόν έως ότου δυνηθούν τα εις την επαρχίαν ευ­ρισκόμενα σώματα ή οι αναμενόμενοι εκ Πελοποννήσου να τους βοηθήσουν. Τουναντίον έκαμαν έξοδον εκ της πόλεως και επετέθησαν κατά των προφυλακών του εχθρού. Τούτο ήτο εντελώς άστοχον. Διότι, εκτός της ανεπαρκείας της δυνάμεως που διέθεταν προς υπεράσπισιν του φρουρίου απέναντι τόσον ισχυρού εχθρού, η πόλις ήτο απολύτως άφρακτος και τα γυναικόπαιδα εκτεθειμένα εις άμεσον κίνδυνον εν περιπτώσει προσβολής. Ο Ανδρούτσος, που είχε κατορθώσει να εισδύση εις την πόλιν, τους συνεβούλευσε ν’ απομακρύνουν κατά την νύκτα τα γυναικό­παιδα προς τα ορεινά μέρη. Αλλ’ οι Λειβαδίται δεν ηθέλησαν να ακούσουν τον έμπειρον αρχηγόν. Επιπολαία αντίληψις ηρωισμού τους παρωθούσεν εις άμυναν μέχρις εσχάτων ή μάλλον εις την παραμονήν των εις την πόλιν μεθ’ ολοκλήρου του πληθυσμού, διότι η πραγματική άμυνα ήτο αδύνατος“.
Στις 10 Ιουνίου τρία σώματα τουρκικών στρατευμάτων έκαναν επίθεση στην πόλη. Στη θέα των Τούρκων στρατιωτών, γυναίκες και παιδιά, ο ά­μαχος πληθυσμός εν γένει, πάγωσε και καταλήφθηκε από τρόμο. Ετρε­χαν στους δρόμους καταδιωκόμενοι προσπαθώντας να βρουν οδό διαφυγής από τον θάνατο, κραύγαζαν και θρηνούσαν με τέτοια ένταση που σκέπαζε κι αυτούς ακόμα τους πυροβολισμούς. Και συνεχίζει:.
Οσοι είχαν όπλα εκλείσθησαν εις τα ισχυρότερα σπίτια και επυροβολούσαν, αλλά ετούτο επέτεινε την σύγχυσιν του πληθυσμού, την μανίαν των εισβαλλόντων και την καταδίωξιν. Η φρουρά της πόλε­ως εκλείσθη εις το παλαιόν φρούριον μαζί με μερικούς από τους άνδρας του Ανδρούτσου. Αλλά η καταφυγή εις το φρούριον δεν είχεν άλλον λόγον παρά την κατά το δυνατόν προστασίαν των γυ­ναικοπαίδων. Το φρούριον δεν ήτο δυνατόν να αντισταθή επί πο­λύ εις τον διαθέτοντα ήδη ισχυρόν πυροβολικόν εχθρόν, και ο Αν­δρούτσος κρίνων ορθώς ότι η βοήθειά του θα ήτο αποτελεσματικωτέρα αν είχεν ελευθέρας κινήσεις -δεν διέθετεν, άλλωστε, παρά ολίγους άνδρας- έφυγεν από την Λειβαδιάν προς την Γρανίτσαν“.
Το ίδιο το βράδυ του αποκλεισμού, ο Ανδρούτσος επικεφαλής διακοσί­ων πενήντα στρατιωτών περνάει στον βράχο της Αγίας Ιερουσαλήμ απέναντι από το κάστρο της Λιβαδειάς και όπως αναφέρει ο Τάκης Λάππας:
Για να ψυχώσει τους κλεισμένους στο κάστρο της Λειβαδιάς και να τους δώσει είδηση πως κει κοντά τριγυρίζει, φτάνει στον αντίπερα από το κάστρο βράχο της Αγιουρσαλής. Ρίχνει από το καταρράχι πάνω μια μπαταριά για σύνθημα και πηγαίνει στο χωριό Σούρπη“.






Η σφαγή των Λιβαδειτών

Συνεχίζοντας την παράθεση των γεγονότων ο Δ. Κόκκινος περιγράφει τον όλεθρο που ακολούθησε την κατάληψη της φημισμένης πολιτείας: “Η πόλις εγκατελείφθη εις το έλεος του εχθρού. Οι δρόμοι της κα­τέστησαν θέατρον των δραματικωτέρων σκηνών μεταξύ των διωκόντων και των διωκομένων γυναικών και παιδιών, ενώ τα σπίτια ελεηλατούντο. Εις χιλίους ανήλθον περίπου οι νεκροί, μεταξύ των ο­ποίων ο αριθμός των γυναικών και των παιδιών που εσφάγησαν δεν ήτο μικρός. Δυόμισι χιλιάδες γυναικόπαιδα ηχμαλωτίσθησαν και εις δύο ακόμη χιλιάδας υπελογίσθησαν οι κλεισθέντες εις το φρού­ριον”. 
Ο Ανδρούτσος από τη Γρανίτσα μετέβη στη Σούρπη, για να συνεννοη­θεί με τους άλλους οπλαρχηγούς που βρίσκονταν στην επαρχία για το τι μέλλει γενέσθαι, για την επίθεση στους Τούρκους και τη λύση της πο­λιορκίας του φρουρίου – υπήρχε ενημέρωση για όσα διαδραματίζονταν εκεί από έναν ποιμένα που έμπαινε από τη μικρή είσοδο στον χώρο που εικάζεται ότι βρίσκεται το Τροφώνειο μαντείο. Ο Γκούρας έφτασε τέσσερις μέρες μετά.
Εν τω μεταξύ έφθασεν η εκ Πελοποννήσου αναμενομένη βοήθεια διά των Μεγάρων. Ο Ανδρούτσος έσπευσε να συνάντηση τους ερ­χομένους εις το Στεβενίκο και από εκεί ωδήγησε τους καταφθάσαντας πρώτους Νικηταράν και Ηλίαν Μαυρομιχάλην και Τσαλαφατίνον εις την Σούρπην. Οι ελθόντες ολίγον αργότερα άλλοι αρχηγοί, εις τους οποίους είχαν ήδη προστεθή ο Κυριακούλης Μαυρομιχά­λης, ο Σταυριανός Καπετανάκης και ο Χατζη-Βασιλείου, εξ αγνοίας της οδού, έπεσαν προ ενός οχυρώματος των Τούρκων κατά την μονήν της Ιερουσαλήμ και κατόπιν απωλείας δεκαπέντε ανδρών κα­τέφυγον εις την Γρανίτσαν όπου ωχυρώθησαν. Εκεί, μεταξύ των ευρισκομένων εις την Σούρπην και των ωχυρωμένων εις την Γρανίτσαν, κατεστρώθη σχέδιον νυκτερινής εφόδου κα­τά του εχθρικού στρατοπέδου“.




Η άφιξη του Ηλία Μαυρομιχάλη στο Στεβενίκο έγινε γνωστή στο κάστρο της Λιβαδειάς και αναπτέρωσε το ηθικό των πολιορκούμενων Λιβαδειτών, Ο Ιωάννης Φιλήμων διασώζει αυτό που στόμα με στόμα έλεγαν μετα­ξύ τους οι καταπονημένοι Ελληνες του κάστρου: Ό Μπεζαϊντές έφτασε στο Στεβενίκο”, περιγράφοντας τον Ηλία Μαυρομιχάλη, τον νεαρό και γενναιότατο γιο του μπέη της Μάνης, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.

Άκης Τσοχατζόπουλος - < ΤHE SAIND >




«Δεν έβαλα το δάχτυλο στο μέλι» διατείνεται ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας, Άκης Τσοχατζόπουλος, σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Αυτοψία» και στον Αντώνη Σρόιτερ, που θα προβληθεί σήμερα, Πέμπτη, στις 23:45.




Ο προσφάτως αποφυλακισθείς για λόγους υγείας, πρώην υπουργός των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ, επιμένει στα περί πολιτικής δίωξής του από τον Κώστα Σημίτη, με ευθύνη και του Γιώργου Παπανδρέου, κάνοντας λόγο για «υπονόμευση» και «βρώμικο πόλεμο» εις βάρος του.

Όσον αφορά στα δημοσιεύματα περί του πολυτελούς βίου του, ο πρώην υπουργός υποστηρίζει στη συνέντευξή του ότι βασίστηκαν όλα σε ψεύδη. «Δεν ισχύει τίποτα, ζω απλή ζωή, χωρίς πολλές δαπάνες. Ούτε μέσα έχω ούτε σπίτια ούτε τίποτα» λέει χαρακτηριστικά στον Αντώνη Σρόιτερ.

Όπως επίσης προκύπτει από το απόσπασμα που προβλήθηκε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του Alpha, ο Άκης Τσοχατζόπουλος δεν κρύβει ότι, σήμερα, θα ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ. «Ναι, ΣΥΡΙΖΑ θα ψήφιζα» απαντά στον δημοσιογράφο, όταν εκείνος παρατηρεί πώς έχει ενδιαφέρον ότι ο Άκης Τσοχατζόπουλος θα ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ. «Ναι, τι να ψήφιζα; Δεν υπάρχει τίποτε άλλο» λέει χαρακτηριστικά. 



Παρασκευή 7 Ιουλίου 2017

Τέτοιο μπουρδέλο δεν υπάρχει πουθενά στο…σύμπαν


Πρόστιμο ύψους 50.000 ευρώ επιβλήθηκε στον πρώην δήμαρχο  Καλύμνου Δημήτρη  Διακομιχάλη, από το Ελεγκτικό Συνέδριο το οποίο τον βρήκε "ένοχο" της παράνομης οικονομικής ενίσχυσης των ταξιδιών του Έλληνα βοσκού που πήγαινε στα Ιμια επί επτά χρόνια τον βοσκό για να φροντίσει τα κατσίκια του και ήταν η μοναδική ελληνική παρουσία στο νησί, μετά την συμφωνία Πάγκαλου-Χόλμπρουκ για απόσυρση των ελληνικών δυνάμεων από την ανατολική Ιμια!
Ουσιαστικά καταδικάστηκε ο Έλληνας βοσκός που πήγαινε στα νησιά και δήλωνε την ελληνική παρουσία! Και βέβαια καταδικάστηκε η βούληση του τοπικού δήμου να στηρίξει τον Έλληνα βοσκό! Τέτοια ξεφτίλα! 
Εικοσιένα χρόνια μετά την ήττα που οδήγησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με πρωθυπουργό τον Κ.Σημίτη την Ελλάδα στα Ίμια, που στοίχισε τη ζωή σε τρεις Έλληνες αξιωματικούς του Πολεμικού Ναυτικού, ο πρώην δήμαρχος Καλύμνου, Δημήτρης Διακομιχάλης, ο οποίος είχε υψώσει την ελληνική σημαία στις νησίδες καλείται να πληρώσει το ποσό αυτό από τη τσέπη του αναδρομικά και εντόκως, με το σκεπτικό ότι οι δαπάνες αυτές δεν ήταν νομίμως υλοποιημένες.
Την αποκάλυψη έκανε σήμερα ο ίδιος ο κύριος Διακομιχάλης.
«Μέχρι το 2002, ως δήμαρχος, κράτησα το βοσκό Αντώνη Βεζυρόπουλο στα Ίμια, εγκρίνοντας του, με αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου, ποσό  2 εκατομμυρίων δραχμών- σημερινά 6.000 ευρώ- το χρόνο, ώστε να μπορεί να καλύπτει τα έξοδα καυσίμων, πηγαινοερχόμενος με τη βάρκα του στις βραχονησίδες που είναι απόσταση 6, 5μιλίων από το λιμάνι της Καλύμνου. Τα ποσά ήταν για  να αγοράζει τροφή, να μεταφέρει νερό και να περιποιείται τακτικά τα κατσίκια, επιβεβαιώνοντας έτσι την ελληνική κυριαρχία, όπως έκανε επί χρόνια νοικιάζοντας τις βραχονησίδες από το δήμο. Διότι πρόκειται για δημοτική έκταση, σύμφωνα με Ιταλικούς, βρετανικούς, αμερικανικούς και τουρκικούς χάρτες που έχω», είπε ο κύριος Διακομιχάλης σε τηλεοπτική του συνέντευξη στο «Blue Sky». 
Και συνεχίζει: «Μετά τον Απρίλιο του 2004,  και την αλλαγή, εν τω μεταξύ, της δημοτικής αρχής το 2002, ο βοσκός δεν πήγαινε, αφού δεν είχε την οικονομική στήριξη του δήμου, ενώ ο ίδιος δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στα έξοδα. Δεν πάει πια...
Ειδικά τώρα, που έχουμε γενικευμένη αμφισβήτηση του Αιγαίου. Επειδή ούτε το υπουργείο Εξωτερικών  ούτε το υπουργείο Αιγαίου μπόρεσε να καλύψει το ποσό αυτό που φαίνεται οδήγησε στη… χρεοκοπία της Ελλάδας,  μου καταλόγισαν ως μη νόμιμες δαπάνες  50.000 ευρώ. Απαίτηση και μάλιστα εντόκως..», πρόσθεσε.
Και σε άλλο σημείο της συνέντευξής του και ανέφερε ακόμα: «Εγώ του πλήρωνα τα έξοδα. Αυτές τώρα οι δαπάνες είναι καταλογιστέες σε μένα. Με το σκεπτικό ότι δεν ήταν νόμιμα υλοποιημένες αυτές οι δαπάνες... Όταν ο βοσκός πήγαινε στα Ίμια τα τουρκικά πλοιάρια προσπαθούσαν να τον παρενοχλήσουν αλλά μέχρι εκεί. Σήμερα, δεν υπάρχει πλέον ελληνική ζώσα ψυχή στα Ίμια». 



Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Κομμουνιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα (ΚΚΕ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΔΣΕ, ΟΠΛΑ, ΕΠΟΝ) 18+



Η αθέατη όψη του Κομμουνισμού

 
Εξήντα έξη μέρες έμειναν μέσα σε τούτη τη πνιγμένη ατμόσφαιρα τα δυο αδερφάκια, βλέποντας τον ανελέητο τρόπο που έπαιρναν τις ζωές οι μπολσεβίκοι. Ήταν 15 Μαΐου, απόβραδο, όταν η Κούλα, κουρασμένη από τα θελήματα κοιμόταν. Ανύποπτος ο Λουκάς πήγαινε τσιγάρα σ' έναν καπετάνιο που τον είχε στείλει να ψωνίσει από το μαγαζί. Μια παγωμάρα τον πλάκωσε σαν άκουσε πριν ανοίξει τη πόρτα, να λέει κάποιος από τους οπλισμένους που κάθονταν στον θάλαμο γύρο στη σόμπα: «Τούτα τα παιδιά, τι θα τα κάνουμε καπετάνιο; Πολύ στα πόδια μας μπερδεύονται». Μαρμάρωσε το χέρι του στο πόμολο της πόρτας κι έμεινε εκεί αποσβολωμένο ν' ακούσει τη μοίρα της αδερφής του και τη δική του. Κι όταν ο καπετάνιος απάντησε πως, αργά το βράδυ με τους δεκαοχτώ να τους πάρουν μαζί τους στην εκτέλεση, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Έδωσε τα τσιγάρα στον καπετάνιο, καληνύχτησε και φτάνοντας στα στρωσίδια της αδερφής του, την ξύπνησε σιγανά. Τοιμάστηκαν, βγήκαν κι οι δυο μαζί έξω κι έφτιαξαν το σχέδιο να δραπετέψουν. Πέρασε πρώτος δ Λουκάς την εξώπορτα κι αφού είδε τον σκοπό να κοιμάται, πήρε την αδερφή του κι από την άκρη του χωριού, σιγά σιγά με όλες τις δυνατές προφυλάξεις, πέρασαν διάφορα δρομάκια και μέσα από αμπέλια και χωράφια, πιασμένα τα δυο αδερφάκια, έφτασαν στο Βέλο και μπήκαν σε μιας θειας τους το σπίτι. Σαν ξημέρωσε τους έδωσε χρήματα, ψωμί και σταφίδες, τα συνόδεψε στον σταθμό κι αφού παρακάλεσε τον μηχανοδηγό να πάρει μπροστά στη μηχανή τους δυο δραπέτες που διεκδικούσαν τη ζωή, ανέβηκαν στο τραίνο κι έφτασαν στον Πειραιά. Έτσι γλύτωσαν από τον θάνατο.

***

Ένας Στιμαγκιώτης ξομολογιώταν μπροστά σε πέντε ηλικιωμένους που 'ζησαν τότε το κακό που γίνονταν στο τόπο μας. Φρικιαστική εικόνα αλήθεια, σαν έρχονται στον νου τα δυο πανώρια κορίτσια του Κώστα του Μάκρη από τις Κρίνες. Ενώ τα δυο αδέρφια τους, τα σκότωσαν το ίδιο βράδυ που 'φυγαν οι δικοί τους, τα δυο κορίτσια τα 'χαν πάει στη Βαγγελίστρα και τ' ατιμάζανε...

«Με είχε στείλει η οργάνωση να πάω πάνω στην εκκλησιά της Βαγγελίστρας, να βρω έναν καπετάνιο, να του δώσω ένα σημείωμα και να πάρω πάλι απάντηση έγγραφη. Σε τούτο το διάστημα ώσπου να τον βρούνε και να ετοιμαστεί η απάντηση, είδα τούτα τα δύσμοιρα κορίτσια, που το ένα ήταν αρρεβωνιασμένο, να κάθονται κάτω από το μεγάλο δέντρο και να κλαίνε και ν' αγκαλιάζονται. Τα μούτρα τους φαίνονταν χλωμά, τα μάτια τους κατακόκκινα μέσα στις ολόμαυρες κόγχες τους. Ένα ζευγάρι οπλισμένοι τότε, πήρε τα κορίτσια, χώρισαν σαν προχώρησαν λίγο, παίρνοντας ο καθένας από μια, τους έλεγαν λόγια παρήγορα, πως θα τις λευτέρωναν από τα δεσμά και τις πήγανε πίσω από το ψήλωμα. Έκατσαν ώρα αρκετή τις φέρανε και τις δυο μαζί, τις άφηναν λίγα λεπτά ν' αγκαλιαστούνε και να κλάψουνε μαζί κάτω από το μεγάλο δέντρο κι ύστερα τις έπαιρνε άλλο ζευγάρι οπλισμένων για να τις παρηγορήσει πάλι πίσω από το ψήλωμα. Κι αυτές μόλις πάλι σμίγανε, πάλι αγκαλιάζονταν κι όλο κλαίγανε. Το 'χω βάρος στη καρδιά μου τούτο που 'δαν τα μάτια μου κι άκουσαν τ' αυτιά μου, γιατί μου σκιζόταν η καρδιά σαν τα 'βλεπα τα δυο μαζί ν' αγκαλιάζονται και να ζητάνε τον λυτρωμό... Την άλλη μέρα που ρώτησα τι γίνονται τα κορίτσια πάνω στη Βαγγελίστρα, σαν είδα κάποιον απ' αυτούς στο χωριό, μου 'πε, πως δεν υπάρχουνε πια στη ζωή. Το μαρτύριό τους τελείωσε...».

***

Στις 24 Ιουλίου 1944, μια ομάδα από οπλισμένους μπαίνει μέσα στο σπίτι του Κων. Μπράβου στο χωριό Ταρσινά, που 'ταν υπεύθυνος του ΕΑΜ, του ζητάει το πιστόλι που είχε για να πιάσουν κάποιον χαφιέ. Μόλις το παραδίνει, του προτείνουν τα όπλα τους και του λένε πως είναι κρατούμενος κι αυτός και η γυναίκα του. Μαζί με άλλους που πιάσαν την ίδια βραδιά, τους οδηγούνε στο διπλανό χωριό, στο Λιμοχώρι, κι ενώ όλους τους άλλους τους πάνε ψηλά στη τοποθεσία Στρογγύλι, τον Κων. Μπράβο τον βαστάνε στο σχολείο.

Το χωριό ξύπνησε από τα ουρλιάσματα και τις φωνές τις σπαραχτικές που 'βγαζε ο κρατούμενος όταν τον χτυπάγανε, για να μαρτυρήσει τους αντιδραστικούς του χωριού του, εκείνους που συνεργαζότανε και μαρτύραγε τα μυστικά. Και ποια είσανε τα μυστικά του αγώνα που μαρτύραγε στους Γερμανούς φασίστες και τους τσολιάδες. Μαυρισμένο από τα χτυπήματα και αποκαμωμένο, τον έφεραν στη πλατεία του χωριού, ενώ οι άνθρωποι που 'σαν στην οργάνωση πέρναγαν από το κάθε σπίτι και ειδοποιούσαν, να πάνε όλοι στη πλατεία να δουν την εκτέλεση ενός προδότη. Όλο το χωριό μαζώχτηκε το φοβερό τούτο απόγευμα, στις 24 Ιουνίου 1944, και έβλεπε έναν παραμορφωμένο άνθρωπο γεμάτο αίματα και σωματικό πόνο, όρθιο, έτοιμο να σωριαστεί κάτω.

Την τρομάρα του κόσμου που 'βλεπε τούτο το απαίσιο θέαμα, έκοψαν τα λόγια του καπετάνιου που φώναξε: «Τούτος ο άνθρωπος είναι προδότης, είναι χαφιές, όργανο της Γκεστάμπο, των Γερμανών και των τσολιάδων, γι' αυτό και δικάστηκε σε θάνατο και θα εκτελεστεί τώρα μπροστά σας». Μέσα σε τούτη τη παγωμάρα που απλώθηκε στον κόσμο τούτο που αναγκάστηκε να δει πως ο άνθρωπος παίρνει τη ζωή του ανθρώπου, ένας ψίθυρος κυκλοφόρησε: «Τί προδοσία έκανε;». Μα όλοι κούναγαν τους ώμους τους και με τις γκριμάτσες του προσώπου τους δείχνανε, ότι δεν ξέρανε την προδοσία ή τον χαφιεδισμό, μα ο γνωστός όλων του διπλανού χωριού, Κων. Μπράβος, ήταν υπεύθυνος του ΕΑΜ. Τί άραγε συνέβαινε; Τίποτα δεν τον ρώτησαν να πει, ούτε και άλλη εξήγηση δόθηκε. Μόνο όπλισε ένας το πιστόλι του, στάθηκε σε απόσταση ενάμισυ μέτρου και πυροβόλησε στο κεφάλι του θανατοποινίτη. Η πρώτη σφαίρα πέρασε ξυστά χωρίς να τον αγγίξει, η δεύτερη του πήρε το αυτί και του αυλάκωσε το δεξί του μάγουλο. Κι ενώ οι άλλοι κλείναν τα μάτια τους να μην δουν τον θάνατο, ακούστηκε η φωνή εκείνου που του παίρναν τη ζωή: «Μη με παιδεύεις σύντροφε. Ρίξε μου στο κεφάλι ρε Δήμο μια να τελειώνω». Ένα «αχ» τότε ακούστηκε δυνατό που σκέπασε τη φωνή της τελευταίας πιστολιάς, πήδηξε ψηλά μισό μέτρο, τύλιξε το κεφάλι του με τα χέρια του και σωριάστηκε κάτω μπρούμυτα. Όλοι κρύψανε τις ματιές τους με τις παλάμες τους να μην δουν, το εφιαλτικό θέαμα... Πριν ακόμα συνέλθει ο κόσμος απ' όλη τη φρίκη που είδε κι άκουσε, ένας από τους τέσσερους δήμιους που ήταν κοντά στον σκοτωμένο, τράβηξε από το θηκάρι το μαχαίρι του κι άρχισε τούτο το μακάβριο έργο: Τον έσφαξε σαν τ' αρνί που 'στάζε ακόμα αίματα, μπρος στα μάτια όλων των χωριανών που ένιωθαν ταν ανάσα τους να λιγοστεύει, τις δυνάμεις τους να τους αφήνουν και να τους έρχεται λιποθυμία, ενώ τα παιδάκια με γουρλωμένα τα μάτια μαζεύονταν στα σκέλια των γονιών τους, τραβώντας τους από τα ρούχα. Κι ύστερα μια βουβαμάρα χύθηκε μέσα σε τούτο το χωριό, μια νεκρική σιγή που κράτησε για πολύ μετά το φονικό.

Μετά που πέρασε καιρός, μαθεύτηκε πως η προδοσία του Κώστα Μπράβου ήτανε τούτη: Σαν υπεύθυνος του χωριού, ειδοποιήθηκε πως έπρεπε να πιαστεί με τρόπο ένας χωριανός του, να τον στείλει, ή με συνοδεία ή μόνο του στο Λιμοχώρι, ή στη Στιμάγκα να εκτελεστεί, γιατί οι πληροφορίες τον παρουσίαζαν αντιδραστικό που κάνει ζημιά στον αγώνα. Ο Κώστας Μπράβος όμως που γνώριζε πρόσωπα και πράματα κι ήταν βέβαιος ότι ο χωριανός του ήταν ένας αγνός πατριώτης, όχι μόνο δεν φρόντισε να τον πιάσει ή να τον πείσει ν' ανέβει στο Λιμοχώρι ή στη Στιμάγκα, για να του πάρουν τη ζωή, αλλά τον ειδοποίησε να φύγει από το χωριό κι από το περιβόλι του στο Κοκκώνι γιατί κινδύνευε η ζωή του. Αυτό όμως ακούστηκε σαν μια γενναία και πατριωτική στάση που 'δειξε ο υπεύθυνος του ΕΑΜ κι έγινε αιτία μαθαίνοντάς το οι ανώτεροι καπετάνιοι να τον σκοτώσουν.

Οι άλλοι κρατούμενοι από τα Ταρσινά, που παρέα τους είχαν πάρει το ίδιο βράδυ μαζί με τη γυναίκα του Κώστα Μπράβου, δεν πρόφτασαν να μάθουν το φοβερό φονικό που 'γινε μέσα στο χωριό του Λιμοχωρίου, γιατί πριν ξημερώσει, το ίδιο βράδυ που τους ανέβασαν στην τοποθεσία Στρογγύλι, τους πήρανε τη ζωή, σαν τα σφαχτάρια, με το μαχαίρι.

(«Από τον προμαχώνα της Στιμάγκας» - Γιάννης Μπαλαφούτας)


                                                                  ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Κομμουνισμός η λέξη που αγιοποιήθηκε

Η   ΝΕΑ   ΟΜΙΛΙΑ  ΤΟΥ   ΛΟΧΑΓΟΥ ε.α.  ΑΝΔΡΕΑ   ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ



ΒΙΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΤΟΧΗΣ - ΜΗΝΑΣ ΙΟΥΛΙΟΣ

ΒΙΑΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΕΥΜΑΤΩΝ ΚΑΤΟΧΗΣ







2 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Οι Γερμανοί εκτελούν Έλληνες στην Καστοριά. 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Εκτέλεση 50 Ελλήνων από τους Γερμανούς στην Θεσσαλονίκη. 5 ΙΟΥΛΙΟΥ 1942 Εκτελείται από τους Γερμανούς στην Καισαριανή ο υποπλοίαρχος Ηλίας Καζάκος διότι φυγάδευε Έλληνες στην Μέση Ανατολή. 
  10 ΙΟΥΛΙΟΥ 1944 Οι Γερμανοί εκτελούν με ξιφολόγχη Έλληνες στην Σιάτιστα.

11 ΙΟΥΛΙΟΥ 1942 Σε εξέλιξη η απογραφή των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, μετά από στοιχεία που έδωσε ο Αρχιραββίνος της πόλης και συνεργάτης των Ναζί, με σκοπό την μεταφορά και εξόντωσή τους. Θα τους απελευθερώσουν ύστερα από καταβολή λύτρων.
13 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Οι Γερμανοί καίνε το Κεφαλόβρυσο Πωγωνίου και εκτελούν τον ιερέα και άλλους Έλληνες.
14 ΙΟΥΛΙΟΥ 1942 Εκτέλεση Ελλήνων από τους Γερμανούς στο Ηράκλειο της Κρήτης.
15 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 H καταστροφή των Ασπραγγέλων στο Κεντρικό Ζαγόρι της Ηπείρου. Οι Γερμανοί πυρπόλησαν και κατέστρεψαν ολοκληρωτικά το χωριό στις 15 Ιουλίου 1943 και δολοφόνησαν ένα αντρόγυνο έξω από το χωριό. Το καλοκαίρι του 1944, οι Γερμανοί σε ένα από τα πολλά μπλόκα που κάνανε στο καμένο χωριό, συνέλαβαν δεκαεννιά άτομα, νέους και γέρους, και τους έριξαν στα υπόγεια της Ζωσιμαίας Σχολής που την είχαν μετατρέψει σε φυλακή. Οι συλληφθέντες έμειναν εκεί για καιρό αλλά τελικά διασώθηκαν.
Μαρτυρία, Η ραψωδία των βράχων σε πεζό:
«.....Είδαμε τους καπνούς να ανεβαίνουν πάνω από το ψηλό βουνό που έκρυβε το χωριό. Μας έκαιγαν. Τι θα γινόμαστε χωρίς σπίτι μέσα στο χαλασμό του κόσμου; Τρυπώσαμε σε σπηλιές της χαράδρας και τις γεμίσαμε βόγγους και μοιρολόγια. Κι αυτές με τη σειρά τους μας γέμισαν ψύλλους και τσιμπούρια γιατί εκεί ήταν μαντριά γιδιών.
Σ΄ αυτή τη δυστυχία μας χαλκεύτηκε μια θαυμάσια ομοψυχία΄ γίναμε όλοι οι χωριανοί ένα. Μοιάζαμε με πολυάριθμη τσιγγάνικη οικογένεια. Δεν μας χώριζαν τώρα φράχτες και ξερολιθιές..
Το δειλινό καταλάγιασαν οι καπνοί. Τα σύρματα δούλεψαν και μήνυσαν πως οι Γερμανοί αποσύρθηκαν. Κάμποσοι πήραμε την απόφαση και γυρίσαμε.
Το ρεύμα του αέρα κατέβαζε από το χωριό στη χούνη που βαδίζαμε, αηδιαστικές μυρουδιές που κράτησαν βδομάδες, από ψημένα γατιά, ποντίκια, κότες, φίδια, δέρματα. Τα ουράνια πασπάλιζαν λεπτότατη στάχτη.
Τι απόμεινε; Ο νους μου δεν πήγαινε στο αύριο, στην επιβίωση΄ σταματούσε η ζωή στα χτεσινά. Προχωρούσα σα χαμένο κορμί, πες πως έβλεπες ένα σκιάχτρο, γιατί ήξερα τι θα βρω. Οι άλλοι έλπιζαν και πατούσαν σταθερά.
Όπως τα φαντάστηκα ήταν. Από τα εκατόν τριάντα καστρόσπιτα έκαψαν τα εκατόν δώδεκα συν το σχολειό, την εκκλησιά και το Μοναστήρι. Δύο γριές που είχαν μείνει, βρέθηκαν μισότρελες και μισοψημένες κι έξω από το χωριό τα κουφάρια ενός αντρόγυνου που έγινε στόχος των δολοφόνων…Σκεφτείτε να πέφταμε στα χέρια τους!»
18 ΙΟΥΛΙΟΥ 1944 Ο χαλασμός στο Λεβίδι και στην Βλαχέρνα του Νομού Αρκαδίας.
Λυσσασμένοι οι Γερμανοί από τις απώλειες που είχαν στις μάχες, έκαψαν 180 σπίτια στο Λεβίδι, 7 στη Βλαχέρνα, 4 στην Καμενίτσα και άλλα τόσα στην Παναγίτσα, σκοτώνοντας και όποιον έβρισκαν στη διαδρομή τους, δίπλα από το δρόμο. Ο άμαχος κόσμος βρήκε καταφύγια στο δασωμένο Μαίναλο και περίμενε τα τραγικότερα, τα φοβερότερα, που ο νους του ανθρώπου δεν τα χωράει… Και που δεν άργησαν να έρθουν ….
Στις 18-7-1944 μεγάλη Δύναμη των Γερμανών με προπομπούς ποδηλατιστές, ακολούθησε το δημόσιο δρόμο Τρίπολη – Λεβίδι. Έφτασαν μέχρι τη Βλαχέρνα, που είχε εκκενωθεί από τους κατοίκους και άρχισαν να πολυβολούν τις ελάχιστες γυναίκες που τρομαγμένες έτρεχαν στις γύρω πλαγιές για να απομακρυνθούν από το χωριό και να κρυφτούνε στα έλατα. Τραυμάτισαν μια κοπέλα, την Κλειώ Δρακοπούλου, στο πόδι, και από τότε έμεινε ανάπηρη. Μετά γύρισαν στο Λεβίδι που ήταν η προσωρινή βάση του.
19 ΙΟΥΛΙΟΥ 1942 Σαν σήμερα, αφού πρώτα βασανίστηκε, κατόπιν εκτελέστηκε στον Μούδρο από τους Γερμανούς-Ιταλούς ο Λιμενάρχης Υποπλοίαρχος Σ. Αρβανιτάκης.
20 ΙΟΥΛΙΟΥ 1942 Το χωριό Μεσοβούνι του Κεντρικού Ζαγορίου Ηπείρου πυρπολείται από τους Γερμανούς. Η παλιά θέση του χωριού βρίσκεται στον Άγιο Χαράλαμπο ανάμεσα στα βουνά. Λόγω της θέσης του δεχόταν συχνά επιδρομές και υπέστη αλλεπάλληλες καταστροφές με τελευταία το κάψιμο από τους Γερμανούς το 1943.
22 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Κατά την διάρκειαν διαδηλώσεως (περί των διακοσίων χιλιάδων Ελλήνων), γενομένης εν Αθήναις εναντίον της σχεδιαζομένης υπό των Αρχών Κατοχής πολιτικής επιστρατεύσεως, αλλά και της αναγγελθείσας επέκτασης της Βουλγαρικής κατοχής στην Κεντρική Μακεδονία, οι Γερμανοί φονεύουν 22 και τραυματίζουν υπερεκατόν διαδηλωτάς.
23 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Οι δυνάμεις κατοχής (Γερμανοί-Βούλγαροι) πυρπόλησαν και κατέστρεψαν ολοσχερώς το χωριό Λεχόβο του Νομού Φλώρινας στην Μακεδονία.
25 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Σφαγή στο χωριό Μουσιωτίτσα της Ηπείρου.

    





26 Ιουλίου και είναι η ημέρα εορτασμού της Αγίας Παρασκευής. Τη χρονιά όμως αυτή κανείς δεν ξεκίνησε για το πανηγύρι όπως άλλοτε. Ποιος θα πήγαινε στην εκκλησιά για τη γιορτή; Άλλοι ήταν φοβισμένοι και διασκορπισμένοι στα βουνά η στη Λάκκα Σουλίου-που ήταν νεκρή ζώνη-άλλοι ήταν αιχμάλωτοι και τόσοι νεκροί, οι δε υπόλοιποι, όλοι ανεξαίρετα είχαν κάποιον να θρηνήσουν συγγενή ή φίλο.
Η ταφή των νεκρών υπήρξε ένα έργο πολύ δύσκολο. Από τη μια το έδαφος ήταν κατάξερο μέσα στο καλοκαίρι από την άλλη ο αριθμός των νεκρών ήταν τέτοιος που δεν επέτρεπε την ξεχωριστή ταφή για τον καθένα. Το θέαμα και η μυρωδιά του αίματος ήταν αφόρητα και αυτοί ήταν οι λόγοι που το δύσκολο έργο της ταφής ανέλαβαν ο Τασγιώργας (Γεώργιος Τάσσης) μαζί με άλλους δύο Μαχαλιώτες-οι οποίοι ήταν κρυμμένοι στα βουνά. Στον τόπο της σφαγής βρισκόταν ένα πηγάδι που εξυπηρετούσε τους βοσκούς. Σκέφτηκαν πως αφού δεν ήταν δυνατόν να ανοιχτούν τόσοι τάφοι, το μόνο που απέμενε να κάνουν ήταν να χρησιμοποιήσουν το πηγάδι αυτό για κοινοτάφιο. Το πηγάδι γέμισε δίχως να χωρέσουν όλοι οι νεκροί και άνοιξαν έναν επιφανειακό λάκκο-αφού όπως είπαμε το χώμα ήταν ξερό και ήταν αδύνατο το άνοιγμα τάφων- και τοποθέτησαν τους υπόλοιπους νεκρούς λοξά τον έναν δίπλα στον άλλο, για να χωρέσουν και καθημερινά επί πολλές ημέρες πρόσθεταν από λίγο χώμα.
Όσοι από τους αιχμαλώτους είχαν εκτελεσθεί στη Βούλιστα Παναγιά, τάφηκαν εκεί εκτός από τον Ανδρέα Κίτσο η σωρός του οποίου μεταφέρθηκε στο χωριό για την ταφή.
Στις 27 Αυγούστου άλλο τμήμα Γερμανών καίει 17 άτομα μέσα στο χωριό σε αντίποινα εκτέλεσης Γερμανού αξιωματικού από αντάρτες σε γειτονικό χωριό, οικογένειες Γεωργίου και Αποστόλου Γάκιου. Κατ΄ αυτόν τον τρόπο ο αριθμός των νεκρών στο χωριό ανέρχεται σε 152». [Πηγή: Δίκτυο μαρτυρικών πόλεων και χωριών]
28 ΙΟΥΛΙΟΥ 1941 Στη ρηματική ανακοίνωση του πληρεξουσίου του Γ΄ Ράιχ στην Ελλάδα προς την κυβέρνηση των Αθηνών αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα παρακάτω: «Η Τράπεζα της Ελλάδος δέον όπως ρυθμίζει κατά τοιούτον τρόπον την επάρκειαν του χαρτονομίσματος εις δραχμάς, ώστε να εξασφαλίζει μηνιαίως δια τας ανάγκας του γερμανικού στρατού ποσόν μέχρις 25 εκατομμυρίων μάρκων». Στην πραγματικότητα, τα λεγόμενα «έξοδα κατοχής» ήταν πολύ περισσότερα από τα 25.000.000 μάρκα μηνιαίως (βλέπε 14 Μαρτίου του 1942).
29 ΙΟΥΛΙΟΥ 1943 Οι γερμανοί εκτελούν Έλληνες στην Πελασγία Φθιώτιδος.
—Η καταστροφή της Ερυμάνθειας Αχαίας.
Μετά από μάχη με απώλειες για τους Ιταλούς λίγο μακρύτερα από το χωριό, εισέρχονται 100 άρματα μάχης καταλαμβάνουν την Ερυμάνθεια. Δεν βρίσκουν κανένα Ερυμανθιώτη, κανονιοβολούν ότι σπίτι βλέπουν η όπου πιστεύουν ότι είναι Ερυμανθιώτες, λυσσάνε από το κακό τους. Φορτώνουν τους νεκρούς και τους τραυματίες συμμάχους τους Ιταλούς και με λύσσα εφαρμόζουν τακτικές του Ομέρ Βρυώνη, επιτίθενται εις τα άψυχα σπίτια, βάζουν φωτιά και καίνε το χωριό θέλοντας να δείξουν ανθρωπισμό αφήνουν μόνο την εκκλησία, τα υπόλοιπα σπίτια καίγονται όλα. Δεν αρκούνται σε αυτό με τις ερπύστριες των αρμάτων καταστρέφουν αμπέλια, περιβόλια και ότι άλλο βρίσκουν μπροστά τους, φεύγουν με μία σκέψη να επιστρέψουν. Και επέστρεψαν όχι μόνο μία φορά αλλά πολύ συχνά καθ' όλη τη διάρκεια της κατοχής.




                               ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ   ΚΑΘΕ  1η   του  ΜΗΝΟΣ 

Κομμουνιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα (ΚΚΕ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΔΣΕ, ΟΠΛΑ, ΕΠΟΝ) 18+

 
 
 
 
 

Η αθέατη όψη του Κομμουνισμού

 
Ο Γιώργος Σταθακόπουλος, ο φοιτητής της Νομικής που ήταν οργανωμένος στο ΕΑΜ κι έβγαζε πύρινους λόγους στις συγκεντρώσεις για τη λευτεριά της πατρίδας από τον κατακτητή, που πίστευε στην κοινωνική δικαιοσύνη και στις προσδοκίες των δυστυχισμένων, σαν τον πλησίασαν δυο οπλισμένοι μπολσεβίκοι καπετάνιοι και του 'παν πως πρέπει να σφάξει έναν Ιταλό που τον είχαν συλλάβει και μια άγνωστη μεσόκοπη γυναίκα από την Κόρινθο, αρνήθηκε. Ο ορισμένος από την οργάνωση καθοδηγητής του αγώνα, πέφτει αμέσως στη δυσμένεια και καταδικάζεται. Ήταν 1η Φεβρουάριου 1944 τότε που οι δυο οπλισμένοι καπετάνιοι με τα γένια, τον άρπαξαν με τη βία και τον έκλεισαν μέσα σ' ένα πλίθινο καλύβι σε απομόνωση, το ίδιο βράδυ στο χωριό του τη Τραγάνα, που είναι λίγα λεπτά έξω από το Κιάτο. Μα πριν ξημερώσει, ο φοιτητής Γεώργιος Σταθακόπουλος, ανοίγοντας μια τρύπα μ' έναν σουγιά, δραπετεύει. Πηγαίνει, σαν πήρε η μέρα, στον σταθμό του Βέλου ανεβαίνει στο τραίνο που κείνη την ώρα περνούσε και φτάνει στον Πειραιά που ήταν ο πατέρας του εκεί τελωνειακός υπάλληλος.

Μετά από τούτο, αρχίζει η τραγωδία της υπόλοιπης οικογένειας σύμφωνα με την ηθική των μπολσεβίκων. Η μέρα σωνόταν και τα σκοτάδια ετοιμάζονταν να γεμίσουν το χωριό της Τραγάνας, όταν τρεις με τα όπλα, βρήκαν και πήραν μαζί τους τη μητέρα του δραπέτη, σαραντατριών χρόνων με τα δυο της παιδιά, τον Λουκά Σταθακόπουλο 13 χρόνων και τη Κούλα 11. Για που τους πάνε κανείς δεν ξέρει...

Μέσα στη νύχτα προχωράνε και φτάνουν στο χωριό της Μικρής Βάλτσας, οπού σταματάνε για δυο ώρες στο σπίτι του γιατρού του Φρεσίρα. Μετά τους χωρίζουν. Ο δεκατριάχρονος Λουκάς οδηγείται στο χωριό Θροφαρί, η εντεκάχρονη Κούλα στο χωριό Μεγάλη Βάλτσα, ενώ η μάνα στο εξωκκλήσι του Άη Γιώργη έξω από τη Μικρή Βάλτσα, όπου αφού την βασάνισαν για να μαρτυρήσει που είναι ο γιος της, τη σκότωσαν.

Πέντε μέρες πέρασαν τα παιδιά της μόνα, στα διάφορα σπίτια που τους έδιναν φαγητό και ύπνο χωρίς να ξέρουν τίποτα για την τύχη της μάνας τους. Την έκτη μέρα τα δυο παιδιά με συνοδεία οπλισμένων τα πήγαν στη Στιμάγκα, όπου μένουν μαζί με τους αντάρτες στο σχολείο. Εκεί βρίσκονται σε κάποια επιτήρηση ελεύθερα. Έκαναν διάφορες μικροδουλειές σε κείνους που είχαν τα πόστα και τα όπλα, τους πήγαιναν το φαγητό, τους ψώνιζαν τσιγάρα κι έμεναν πάντα μέσα στο περίφραγμα του σχολείου, που πολλές φορές ήταν και δεσμωτήριο των αντιδραστικών. Ακολούθησαν αρκετές φορές τις ομάδες της ΟΠΛΑ που πήγαιναν τους μελλοθάνατους στον τόπο της σφαγής κι είδαν πολλά. Είδαν τους ανθρώπους που βασανίζανε τους μελλοθάνατους, που έφταναν στον τόπο του μαρτυρίου και φωνάζανε. Είδαν φοβερές εικόνες του μακελειού με φρίκη... Μα είδαν ακόμα και κάτι πιο πολύ που και τώρα που το διηγούνται κόβεται η ανάσα τους...

Ήταν ένα ζευγάρι παντρεμένων σε μια γωνιά στην δυτική αίθουσα του σχολείου και κάθονταν σ' ένα θρανίο οι δυο τους, όταν ένας άντρας με γένια, με ένα γερμανικό πιστόλι στη μέση ζωσμένος, κι ένα πελώριο μαχαίρι μέσα στο θηκάρι του που κρέμονταν στο δεξί του μέρος, μπήκε μέσα με σφιγμένα τα φρύδια του. Δεν ακούστηκε τι τους έλεγε, μα φαινόταν εκνευρισμένος και όπως κουνούσε τα χέρια του, έδωσε ένα τόσο δυνατό χαστούκι στο πρόσωπο της γυναίκας, που εκείνη γκρεμίστηκε από το θρανίο και ξάπλωσε κάτω, σχεδόν χωρίς τις αισθήσεις της. Ανάσκελα ήταν όταν φάνηκε η πολύ φουσκωμένη κοιλιά της, γιατί ήταν έγκυος και ανάσαινε πολύ δυνατά, όταν δ άντρας της, έτρεξε να τη βοηθήσει να σηκωθεί, να την περιποιηθεί, να την συνεφέρει. Ο οπλισμένος τώρα χτυπάει τον σκυμμένο στη γυναίκα του άντρα, με γροθιά στο κεφάλι που πέφτει πάνω στη γυναίκα του. Στις φωνές εκείνου με τα γένια που έβριζε και χτυπούσε, έτρεξαν άλλοι δυο οπλισμένοι από την ανατολική αίθουσα που ήταν θάλαμος ύπνου και αναπαύσεως. Και τότε αφού χτύπησαν πολύ τον κρατούμενο άντρα και του έδεσαν τα πόδια και τα χέρια, τον πέταξαν κάτω στο πλακόστρωτο κι ασχολήθηκαν με τη γυναίκα που ήταν ακόμα ανάσκελα στο δάπεδο. Τη σήκωσαν οι δυο βαστώντας την από τα μπράτσα κι ο τρίτος έκανε το πιο απαίσιο κι αδιάντροπο αστείο: Με το μαχαίρι του, της έσκισε τα ρούχα που 'κρυβαν την κοιλιά της από τη μέση και κάτω. Κι αφού γέλασαν με τη καρδιά τους βλέποντας τις σάρκες της γκαστρωμένης γυναίκας, της άνοιξε τότε τη κοιλιά με το ίδιο μαχαίρι. Την κρατούσαν ακόμα οι δυο οπλισμένοι όταν χύμηξαν στον αέρα τα σπλάχνα της με τ' άντερά της και γέμιζε όλος ο τόπος από τους φοβερούς βόγγους... Σ' ένα μουλάρι φόρτωσαν την πεθαμένη γυναίκα, που την είχαν διπλώσει σε μια βρώμικη μισοσκισμένη κουβέρτα, ενώ ο άντρας της δεμένος, μόνο με τα χέρια πίσω, ακολουθούσε συνοδεία με οπλισμένους. Άφησε την αδερφή του στα ρούχα που κοιμόταν ο 13χρονος Λουκάς κι ακολούθησε την πομπή της νεκρής, πίσω από μια απόσταση τριάντα μέτρα. Μόνο τα περπατήματα του μουλαριού και των ανθρώπων ακουγόσαντε μέσα στην απέραντη σιγαλιά της νύχτας, μέχρι που φτάσανε σ' ένα πλαγιαστό χωράφι με άσπρα χώματα. Σταμάτησαν τότε, έριξαν τη διπλωμένη γυναίκα με τη βρώμικη κουβέρτα μέσα σ' έναν έτοιμο μεγάλο λάκκο. Κι ο άντρας με τα δεμένα χέρια, αφού είδε το τόσο σκληρό χαμό της γυναίκας του, έβλεπε τώρα και το δικό του τέλος... Με σπρωξιές τον τράβηξαν στη μεγάλη γκοριτσιά που ήταν κοντά τους, πήραν το χοντρό σκοινί που είχαν και τον κρέμασαν. Κι όταν τελείωσαν όλα, οι βλαστήμιες και τα χτυπήματα στο άψυχο σώμα του κρεμασμένου που κρέμονταν μακάβρια στη γκοριτσιά, το κόψιμο του χοντρού σκοινιού και το πέταγμα του άντρα κοντά στη γυναίκα του, παίρνοντας τον δρόμο του γυρισμού...