Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017

Ιούνιος1821: Η Πολιορκία της Λιβαδειάς και ηρωική Εξοδος των Λιβαδειτών από το Κάστρο









Επίθεση στη Λιβαδειά


Οπως βλέπουμε, οι δύο πασάδες, αφού μέχρι τις 9 Ιουνίου έμειναν στο Τουρκοχώρι περιμένοντας απάντηση από τον Ανδρούτσο στην πρότασή τους για ειρηνική υποταγή των κατοίκων, αμνηστία και αμοιβή για τους αρχηγούς τους, ξεκίνησαν για τη Λιβαδειά, όπου λίγο πριν φτά­σουν έστειλαν και πάλι απεσταλμένους στους προκρίτους με προτάσεις για ειρήνη,





Παίρνει τη σκυτάλη ο Διονύσιος Κόκκινος, που περιγράφει με συγκλονι­στική ενάργεια τα γεγονότα:
Αλλ’ οι Λειβαδίται, που είχαν εμπιστοσύνην εις τας δυνάμεις των και είχαν εγκαρδιωθή από την είδησιν της ευρισκομένης καθ’ οδόν ε­νισχύσεως των Πελοποννησίων, δεν εδέχθησαν καμμίαν συνεννόησιν, ούτε εφρόντισαν διά παρελκύσεως με δήθεν διαπραγματεύσεις να κερδίσουν καιρόν έως ότου δυνηθούν τα εις την επαρχίαν ευ­ρισκόμενα σώματα ή οι αναμενόμενοι εκ Πελοποννήσου να τους βοηθήσουν. Τουναντίον έκαμαν έξοδον εκ της πόλεως και επετέθησαν κατά των προφυλακών του εχθρού. Τούτο ήτο εντελώς άστοχον. Διότι, εκτός της ανεπαρκείας της δυνάμεως που διέθεταν προς υπεράσπισιν του φρουρίου απέναντι τόσον ισχυρού εχθρού, η πόλις ήτο απολύτως άφρακτος και τα γυναικόπαιδα εκτεθειμένα εις άμεσον κίνδυνον εν περιπτώσει προσβολής. Ο Ανδρούτσος, που είχε κατορθώσει να εισδύση εις την πόλιν, τους συνεβούλευσε ν’ απομακρύνουν κατά την νύκτα τα γυναικό­παιδα προς τα ορεινά μέρη. Αλλ’ οι Λειβαδίται δεν ηθέλησαν να ακούσουν τον έμπειρον αρχηγόν. Επιπολαία αντίληψις ηρωισμού τους παρωθούσεν εις άμυναν μέχρις εσχάτων ή μάλλον εις την παραμονήν των εις την πόλιν μεθ’ ολοκλήρου του πληθυσμού, διότι η πραγματική άμυνα ήτο αδύνατος“.
Στις 10 Ιουνίου τρία σώματα τουρκικών στρατευμάτων έκαναν επίθεση στην πόλη. Στη θέα των Τούρκων στρατιωτών, γυναίκες και παιδιά, ο ά­μαχος πληθυσμός εν γένει, πάγωσε και καταλήφθηκε από τρόμο. Ετρε­χαν στους δρόμους καταδιωκόμενοι προσπαθώντας να βρουν οδό διαφυγής από τον θάνατο, κραύγαζαν και θρηνούσαν με τέτοια ένταση που σκέπαζε κι αυτούς ακόμα τους πυροβολισμούς. Και συνεχίζει:.
Οσοι είχαν όπλα εκλείσθησαν εις τα ισχυρότερα σπίτια και επυροβολούσαν, αλλά ετούτο επέτεινε την σύγχυσιν του πληθυσμού, την μανίαν των εισβαλλόντων και την καταδίωξιν. Η φρουρά της πόλε­ως εκλείσθη εις το παλαιόν φρούριον μαζί με μερικούς από τους άνδρας του Ανδρούτσου. Αλλά η καταφυγή εις το φρούριον δεν είχεν άλλον λόγον παρά την κατά το δυνατόν προστασίαν των γυ­ναικοπαίδων. Το φρούριον δεν ήτο δυνατόν να αντισταθή επί πο­λύ εις τον διαθέτοντα ήδη ισχυρόν πυροβολικόν εχθρόν, και ο Αν­δρούτσος κρίνων ορθώς ότι η βοήθειά του θα ήτο αποτελεσματικωτέρα αν είχεν ελευθέρας κινήσεις -δεν διέθετεν, άλλωστε, παρά ολίγους άνδρας- έφυγεν από την Λειβαδιάν προς την Γρανίτσαν“.
Το ίδιο το βράδυ του αποκλεισμού, ο Ανδρούτσος επικεφαλής διακοσί­ων πενήντα στρατιωτών περνάει στον βράχο της Αγίας Ιερουσαλήμ απέναντι από το κάστρο της Λιβαδειάς και όπως αναφέρει ο Τάκης Λάππας:
Για να ψυχώσει τους κλεισμένους στο κάστρο της Λειβαδιάς και να τους δώσει είδηση πως κει κοντά τριγυρίζει, φτάνει στον αντίπερα από το κάστρο βράχο της Αγιουρσαλής. Ρίχνει από το καταρράχι πάνω μια μπαταριά για σύνθημα και πηγαίνει στο χωριό Σούρπη“.






Η σφαγή των Λιβαδειτών

Συνεχίζοντας την παράθεση των γεγονότων ο Δ. Κόκκινος περιγράφει τον όλεθρο που ακολούθησε την κατάληψη της φημισμένης πολιτείας: “Η πόλις εγκατελείφθη εις το έλεος του εχθρού. Οι δρόμοι της κα­τέστησαν θέατρον των δραματικωτέρων σκηνών μεταξύ των διωκόντων και των διωκομένων γυναικών και παιδιών, ενώ τα σπίτια ελεηλατούντο. Εις χιλίους ανήλθον περίπου οι νεκροί, μεταξύ των ο­ποίων ο αριθμός των γυναικών και των παιδιών που εσφάγησαν δεν ήτο μικρός. Δυόμισι χιλιάδες γυναικόπαιδα ηχμαλωτίσθησαν και εις δύο ακόμη χιλιάδας υπελογίσθησαν οι κλεισθέντες εις το φρού­ριον”. 
Ο Ανδρούτσος από τη Γρανίτσα μετέβη στη Σούρπη, για να συνεννοη­θεί με τους άλλους οπλαρχηγούς που βρίσκονταν στην επαρχία για το τι μέλλει γενέσθαι, για την επίθεση στους Τούρκους και τη λύση της πο­λιορκίας του φρουρίου – υπήρχε ενημέρωση για όσα διαδραματίζονταν εκεί από έναν ποιμένα που έμπαινε από τη μικρή είσοδο στον χώρο που εικάζεται ότι βρίσκεται το Τροφώνειο μαντείο. Ο Γκούρας έφτασε τέσσερις μέρες μετά.
Εν τω μεταξύ έφθασεν η εκ Πελοποννήσου αναμενομένη βοήθεια διά των Μεγάρων. Ο Ανδρούτσος έσπευσε να συνάντηση τους ερ­χομένους εις το Στεβενίκο και από εκεί ωδήγησε τους καταφθάσαντας πρώτους Νικηταράν και Ηλίαν Μαυρομιχάλην και Τσαλαφατίνον εις την Σούρπην. Οι ελθόντες ολίγον αργότερα άλλοι αρχηγοί, εις τους οποίους είχαν ήδη προστεθή ο Κυριακούλης Μαυρομιχά­λης, ο Σταυριανός Καπετανάκης και ο Χατζη-Βασιλείου, εξ αγνοίας της οδού, έπεσαν προ ενός οχυρώματος των Τούρκων κατά την μονήν της Ιερουσαλήμ και κατόπιν απωλείας δεκαπέντε ανδρών κα­τέφυγον εις την Γρανίτσαν όπου ωχυρώθησαν. Εκεί, μεταξύ των ευρισκομένων εις την Σούρπην και των ωχυρωμένων εις την Γρανίτσαν, κατεστρώθη σχέδιον νυκτερινής εφόδου κα­τά του εχθρικού στρατοπέδου“.




Η άφιξη του Ηλία Μαυρομιχάλη στο Στεβενίκο έγινε γνωστή στο κάστρο της Λιβαδειάς και αναπτέρωσε το ηθικό των πολιορκούμενων Λιβαδειτών, Ο Ιωάννης Φιλήμων διασώζει αυτό που στόμα με στόμα έλεγαν μετα­ξύ τους οι καταπονημένοι Ελληνες του κάστρου: Ό Μπεζαϊντές έφτασε στο Στεβενίκο”, περιγράφοντας τον Ηλία Μαυρομιχάλη, τον νεαρό και γενναιότατο γιο του μπέη της Μάνης, Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου