Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Κομμουνιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα (ΚΚΕ, ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΔΣΕ, ΟΠΛΑ, ΕΠΟΝ) 18+





Ένα από τα φρικτότερα εγκλήματα που συνεκλόνισαν τη Νάουσσα και που σήμερα ακόμη όταν συζητούνται προκαλούν την εξέγερση των ψυχών και την απέχθεια όλων των πολιτών αδιακρίτως κομματικής τοποθετήσεως -με μικρή κάπως εξαίρεση τους αμετανοήτους και σκληρούς κομμουνιστάς- ήταν η άγρια σφαγή της δεκαεξάχρονης Όλγας. Το επίθετό της δεν το αναφέρουμε, γιατί θύτης και θύμα ανήκουν στην ίδια οικογένεια. Αλλά το ξέρει όλη η Νάουσσα.

Οι γονείς της είχαν χωρίση... Η κοπελίτσα έμεινε με τη μητέρα της και ξενοδούλευε για να εξασφαλίση τη ζωή του σπιτιού. Ήταν σεμνή, όμορφη και ανοιχτόκαρδη. Η καλωσυνάδα της συντελούσε ώστε να είναι αξιαγάπητη σε όλους τους γνωστούς της. Κανέναν δεν πίκρανε με κανέναν δεν ήλθε ποτέ σε προστριβή.

Μια μέρα, του Σεπτεμβρίου του 1943 και μόλις το σκοτάδι άρχισε να καλύπτη τη ζωή της πόλεως, τρεις νεαροί την σταμάτησαν ενώ πήγαινε στο σπίτι της. Την πρόσταξαν να τους ακολούθηση γιατί -όπως την είπαν- ο πατέρας της ήθελε να της ανακοινώση κάτι πολύ σημαντικό που αφορούσε την οικογένειά της. Μολονότι οι νέοι ήταν άγνωστοι στην Όλγα, το γεγονός ότι ερχόντουσαν για λογαριασμό του πατέρα της που την καλούσε, δεν δίστασε να τους ακολουθήση. Παίρνοντας τον δρόμο προς την έξοδο, προχώρησαν γύρω στα τρία χιλιόμετρα. Αυτό δεν την ανησύχησε γιατί τελούσε εν γνώσει ότι ο πατέρας της υπηρετούσε στον ΕΛΑΣ σαν καπετάνιος. Κάποια στιγμή εμφανίσθηκε μπροστά της ο πατέρας της. Ζωσμένος στα άρματα και με μικρή γεννειάδα υποδέχθηκε την θυγατέρα του με θυμό και οργή που φανέρωνε άσχημες προθέσεις.

- «Τί κάνει, ομορφούλα, η μάνα σου;», τη ρώτησε. «Συνεχίζει να με μισεί; Πώς πάνε τα νταραβέρια της;».
- «Η μαμά είναι καλά», απάντησε η Όλγα. «Ποτέ της όμως δεν μ' άφησε να καταλάβω ότι τρέφει μίσος για σένα πατέρα».
- «Σκάσε!», της είπε ο αρματωμένος καπετάνιος. «Και προ παντός πάψε να με λες πατέρα».

Ταυτοχρόνως σκαμπίλισε την κορούλα του που άρχισε να κλαίει και να εκλιπαρή τον πατέρα της να ξαναγυρίση στο σπίτι του για να ζήση η οικογένειά τους καλύτερες ημέρες. Για λίγο στάθηκε συλλογισμένος ο ΕΛΑΣίτης πατέρας. Γρήγορα όμως ξανάρχισε να κτυπάη με βαναυσότητα την κόρη του.

- «Γιατί μπαμπά με χτυπάς; Τί σου έκαμα; Τί φταίω εγώ εάν χωρίσατε με τη μητέρα μου;».

Αντί για άλλη απάντηση, ο καπετάνιος έπιασε από τα μαλλιά την κόρη του και την έρριξε στο έδαφος. Και με ταχύτητα που θα ζήλευαν οι πιο έμπειροι εργάται των σφαγείων, άρχισε να κτυπάει με το μαχαίρι του το ίδιο του το παιδί. Το λιάνισε στην κυριολεξία. Η τελευταία του μαχαιριά που έκοψε την καρωτίδα της δεκαεξάχρονης Όλγας, ήταν η σφραγίδα που ο πατροκτόνος έβαζε στο φρικτότερο ασφαλώς έγκλημα που γίνηκε ποτέ στη μαύρη περίοδο 1943-1949. Κλωτσώντας το θύμα του, ο φονιάς έδωκε εντολή στους νεαρούς που είχαν συλλάβη την άτυχη Ελληνοπούλα, να της δώσουν την χαριστική βολή. Ένας από τους τρεις την πυροβόλησε στον κρόταφο.

Την ανατριχιαστική αυτή ιστορία, διηγείτο κατά το έτος 1947, ένας από τους μετανοήσαντας ΕΛΑΣίτας, που είχε ενταχθή στον σύλλογο που είχαν συγκροτήση πολλοί νέοι, οι οποίοι διαπιστώνοντας το εγκληματικό και απαίσιο έργο του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, είχαν συγκροτήση την οργάνωση, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Απόστολος Μπαλκατζής, που στο ΕΛΑΣ ήταν γνωστός σαν καπετάν Πιτσιρίκος.

***
                 
 

Είναι στιγμές που σταματάει ο νους του ανθρώπου από την φρίκη. Γιατί αν υποτεθή ότι μπορεί να βρήκαν οι εκτελεστές κάποιες προφάσεις ή και να παραπλανήθηκαν όταν εκτελούσαν άνδρες, δεν μπορεί να είχαν καμμιά δικαιολογία όταν ακρωτηρίαζαν μικρά παιδιά. Αυτό επανελήφθη με σφαγή της Μαγδαληνής Καμαρώκα και του εξάχρονου υιού της. Ο μικρούλης, λόγω ηλικίας ούτε είχε ιδέες ούτε αντιθέσεις με το ΚΚΕ, μα ούτε και μπορούσε να είχε βλάψει κάποιον, ώστε να τιμωρηθή για λόγους αντεκδικήσεως ή διαφορών.

Την Καμαρώκα μαζί με το παιδί της, συνέλαβαν οι ΕΛΑΣίται εισβάλλοντας στο σπίτι τους. Αφού το λεηλάτησαν, τους πήραν και τους οδήγησαν σ' ένα σημείο της Αράπιτσας. Εκεί κακοποίησαν την ανυπεράσπιστη Ναουσσαία και μπροστά στα μάτια της, έκοψαν κομμάτια το κορμί του παιδιού της, και ενώ η ίδια σφάδαζε και θρηνολογούσε, έρριξαν τα διάφορα μέλη του σώματός του στο ποτάμι. Η πονεμένη μάνα θέλησε να πέση κι αυτή στον Αράπιτσα επαναλαμβάνοντας τη θυσία των γυναικών της Ναούσσης στην επιδρομή τοϋ Αβδούλ Αβούτ. Οι εκτελεστές την κράτησαν, όχι για να τη σώσουν από βέβαιο πνιγμό, αλλά για να την σκοτώσουν οι ίδιοι. Εξετέλεσαν την Καμαρώκα με τα μαχαίρια τους. Το κορμί της πετσοκόπηκε και τα μέλη του σώματός της πετάχθηκαν στο ποτάμι της Αράπιτσας. Και για την φρικτή όμως αυτή εκτέλεση μάταια κουράσθηκα για να βρω τα αίτια. Εκείνοι οι Ναουσσαίοι, που προς τιμήν τους με βοήθησαν με προθυμία στην έρευνά μου, δεν μπόρεσαν και σήμερα ακόμη να εξηγήσουν γιατί, εσφαγιάσθη η Καμαρώκα και το εξάχρονο παιδί της.
 
 
                              
***
Ήταν η 21η Μαΐου του 1944 και οι κάτοικοι του χωριού Αγγελοχώρι δεν πήγαν στις δουλειές τους, εορτάζοντας τον Άγιο Κωνσταντίνο. Όπως συμβαίνει σε όλα τα χωριά, οι περισσότεροι απ' αυτούς ήταν συγκεντρωμένοι στην πλατεία. Μόλις άρχισε να σκοτεινιάζει άρχισαν να φεύγουν για τα σπίτια τους ερημώνοντας το χωριό. Θα ήταν εννέα το βράδυ όταν η καμπάνα της εκκλησίας άρχισε να κτυπάη, ενώ ένοπλοι ΕΛΑΣίτες καλούσαν με τηλεβόα να συγκεντρωθούν όλοι οι Αγγελοχωρίται στην πλατεία του χωριού. Σχεδόν το σύνολο των ανδρών πήγε στο χώρο που όριζαν οι απελευθερωταί. Εκεί βρέθηκαν μπροστά σε καμμιά τριανταριά ΕΛΑΣίτες και σε ισάριθμους Βουλγάρους στρατιώτες. Κομματικά στελέχη του ΕΑΜ εκάλεσαν τους συγκεντρωθέντας να τοποθετηθούν στις σχηματισθείσες γραμμές.Συγκεκριμένα καθώρισαν οι μεν εντόπιοι να καταλάβουν το αριστερό της πλατείας, οι δε πρόσφυγες -Πόντιοι ως επί το πλείστον- να στοιχηθούν στο δεξιό αυτής.

Επηκολούθησε νέα διαταγή με την οποία οι πρόσφυγες θα ακολουθούσαν τον δρόμο προς την εκκλησία του Άγιου Γεωργίου, ενώ οι άλλοι θα παρέμειναν εις τας θέσεις των μέχρι νεωτέρας εντολής. Τη σχηματισθείσα φάλαγγα την πλαισίωσαν ΕΛΑΣίται και Βούλγαροι στρατιώται, επικεφαλής δε αυτής ετέθησαν δύο Βούλγαροι αξιωματικοί, δυο ένοπλοι ΕΛΑΣίτες, και ένας μεσήλιξ με πολιτικά που είχε και το γενικό πρόσταγμα. Πριν προχωρήση η φάλαγγα προς το καθορισθέν σημείο, οι ΕΛΑΣίτες με τον τηλεβόα, έδειναν εντολή να διαλυθούν οι εντόπιοι συγκεντρωθέντες, πηγαίνοντας εις τα σπίτια τους και ότι θα επακολουθούσε το ίδιο βράδυ νέα πρόσκλησις αυτών.
 
 
 
 
 

Όταν τελείωσε και η αποχώρηση και του τελευταίου εντοπίου, ο άγνωστος με τα πολιτικά, μιλώντας με εμφαντική σλαυική προφορά απηυθύνθη προς τους συγκεντρωμένους. Κατηγόρησε συλλήβδην όλους τους πρόσφυγας ότι είναι όργανα της αντίδρασης και της ΠΑΟ. Τους απεκάλεσε εθνοπροδότας και τους προειδοποίησε ότι εκείνη τη νύκτα θα πληρώναν όλα τους τα εγκλήματα. «Τα λαϊκά δικαστήρια που θα συνεδριάσουν», είπε, «μέχρι να φέξη ο ήλιος δεν πρόκειται να αδικήσουν κανέναν. Θα τιμωρηθούν όμως βαρειά όσοι αποδεδειγμένα και βάσει στοιχείων θα αποδειχθή ότι είναι εχθροί του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ». Αφού τελείωσε την ομιλία του, πρόσταξε, αρχικά στην ελληνική και εν συνεχεία στην βουλγαρική γλώσσα, τους ενόπλους να καταμετρήσουν τους συγκεντρωμένους και να κινηθούν ακολούθως βάσει των εντολών που είχαν δοθή από το Αρχηγείο.
 
 
                                  
                                                             ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου